Εκτύπωση

AgiosTihikos_1Ἡπό τά λίγα γενικά καί ἀόριστα πού κατορθώσαμε νά συλλέξουμε ἀπό διάφορες πηγές γιά τόν βίο τοῦ ἁγίου αὐτοῦ Ἀποστόλου, καταλήγουμε στό συμπέρασμα, πώς ὁ Τυχικός καταγόταν ἀπό τή Ρωμαϊκή ἐπαρχία τῆς Ἀσίας. Σάν συνοδό καί συνεργάτη τοῦ Ἀποστόλου Παύλου τόν συναντοῦμε περί τό τέλος τῆς τρίτης τοῦ Παύλου ἀποστολικῆς περιοδείας. Ὅπως γνωρίζουμε, κατά τήν περιοδεία αὐτή, πού κράτησε τρία χρόνια, ἀπό τό 54 – 57 μ.Χ. ὁ θεῖος Ἀπόστολος μέ κέντρο τήν Ἔφεσο ἐπισκέφθηκε πολλές πόλεις τῆς Μ. Ἀσίας. Περί τό τέλος τοῦ τρίτου ἔτους τῆς παραμονῆς του στήν Ἔφεσο, ἀπό τό φούντωμα τῆς χριστιανικῆς πίστεως, ξέσπασε σ’ αὐτή μιά μεγάλη ταραχή μέ αἴτιο κάποιο ἀργυροκόπο (ἀργυροτεχνίτη) ὀνομαζόμενο Δημήτριο.
Ὁ ἄνθρωπος αὐτός ἔφτιαχνε μέ ἀσήμι μικρούς ναούς, ὁμοιώματα τοῦ ναοῦ τῆς Ἐφεσίας Ἀρτέμιδος. Μέ τήν δραστηριότητα ὅμως τοῦ Παύλου καί τό κήρυγμά του, πού συνοψιζόταν στό ὅτι οἱ θεοί, πού κατασκευάζονται ἀπό χέρια ἀνθρώπινα, εἶναι θεοί ψεύτικοι, ἡ ἐπιχείρηση αὐτή ἔπεσε ἀρκετά. Μπροστά στίς δυσμενεῖς ἐπιπτώσεις πού εἶχε τοῦτο τό γεγονός, κάποια ἡμέρα ὁ Δημήτριος, ἀφοῦ κάλεσε κοντά του ὅλους τούς ἐργάτες καί τεχνίτες πού ἀπασχολοῦντο στήν ἐργασία του, τούς ξεσήκωσε ἐνάντια στόν Παῦλο:
– Ἄνδρες, τούς εἶπε: Ὅπως ξέρετε, ἀπό τήν ἐργασία μας αὐτή βγαίνει τό ψωμί καί τά ἔξοδα τῆς οἰκογένειάς μας. Μέ τό κήρυγμα αὐτοῦ τοῦ ἀνθρώπου, ὄχι μόνο στήν Ἔφεσο, ἀλλά καί σέ ὅλη τήν Ἀσία πολλοί ἔχουν ἐγκαταλείψει τήν θρησκεία μας. Ἔτσι δέν κινδυνεύει μόνο ἡ δουλειά μας ἀπό ξεπεσμό καί διάλυση, ἀλλά κινδυνεύει καί ὁ ναός τῆς μεγάλης μας προστάτιδας νά μή λογαριάζεται πιά ἀπό κανέναν.

Τὰ λόγια τοῦ ἀργυροκόπου, ὅπως ἦταν ἑπόμενο, ξεσήκωσαν ὄχι μόνο τοὺς ἐργάτες του, ἀλλὰ καὶ μεγάλο πλῆθος τῆς Ἐφέσου. Γιὰ πολλὲς ὧρες ἡ πόλη εἶχε γίνει ἀνάστατη. Ὅλοι ζητοῦσαν νὰ συλληφθεῖ ὁ Παῦλος καὶ νὰ θανατωθεῖ. Πολλοὶ πέρασαν ἀπὸ τὰ μέρη ποὺ συνήθιζε νὰ παραμένει ὁ Ἀπόστολος καὶ τὸν ζητοῦσαν. Εὐτυχῶς δὲν τὸν βρῆκαν καὶ στὸ τέλος κατέληξαν στὸ θέατρο τῆς πόλεως. Ἐκεῖ ἐπὶ ὦρες φώναζαν διάφορα συνθήματα καὶ πρὸ παντὸς τὴν φράση: «Μεγάλη ἡ Ἄρτεμις Ἐφεσίων». Ἡ κατάσταση ἦταν, στ’ ἀλήθεια, ἐκρηκτική. Κάποια στιγμὴ παρουσιάστηκε ὁ πρῶτος ὑπάλληλος τῆς πόλεως, ὁ γραμματέας νὰ ποῦμε, καὶ ἀφοῦ συνέστησε στὸ πλῆθος νὰ σιωπήσει, μίλησε σ’ αὐτὸ μὲ πολλὴ μαεστρία καὶ πέτυχε νὰ τὸ διαλύσει. Ὁ Παῦλος ὅλες αὐτὲς τὶς ὧρες ἔμενε κρυμμένος σὲ κάποιο σπίτι. Ὅταν ἀργότερα ἀποκαταστάθηκε ἡ ἡσυχία, ὁ θεῖος Ἀπόστολος, ἀφοῦ προσκάλεσε τοὺς χριστιανοὺς κοντά του καὶ τοὺς ἐνίσχυσε, τοὺς ἀποχαιρέτησε καὶ πῆρε τὸν δρόμο γιὰ τὴν Μακεδονία, ποὺ ἤθελε πολὺ νὰ πάει γιὰ νὰ ξαναδεῖ τοὺς ἐκεῖ πιστούς. Περιῆλθε διάφορες πόλεις, μετὰ προχώρησε καὶ «ἦλθεν εἰς τὴν Ἑλλάδα», δηλαδὴ κατέβηκε στὴν Ἀχαΐα (Πελοπόννησο) καὶ πάλιν ἐπέστρεψε διὰ ξηρὰς στὴν Μακεδονία, ἐπειδὴ πληροφορήθηκε πὼς οἱ Ἰουδαῖοι τῶν Κεγχρεῶν εἶχαν ἀποφασίσει νὰ τὸν δολοφονήσουν.
Ἀπὸ τὴν Μακεδονία κατέβηκε στὴν Τρωάδα – Τροία, καὶ ἀπὸ ἐκεῖ ἀνέλαβε μεγάλο ταξίδι πρὸς τὴν Ἀσία. Ἐδῶ στὴν Τροία, σὰν ἔφτασε ὁ Παῦλος, βρῆκε διάφορους πιστοὺς συνεργάτες νὰ τὸν περιμένουν. Ἀνάμεσα σ’ αὐτοὺς ἦταν ὁ Σώπατρος ἀπὸ τὴν Βέροια, ὁ Ἀρίσταρχος καὶ ὁ Σεκοῦνδος ἀπὸ τὴν Θεσσαλονίκη, ὁ Γάϊος καὶ ὁ Τιμόθεος ἀπὸ τὴν Δέρβη τῆς Μ. Ἀσίας καὶ ὁ Τυχικὸς καὶ ὁ Τρόφιμος ποὺ κατάγονταν ἀπὸ τὰ μέρη τῆς Ἀσίας. Ὅλοι αὐτοὶ εἶχαν πάει νωρίτερα στὴν Τρωάδα καὶ τὸν περίμεναν. Μ’ αὐτοὺς ἀνέλαβε ὁ ἀκούραστος Ἀπόστολος τὸ ταξίδι του πρὸς τὶς διάφορες πόλεις τῆς Ἀσίας.
Τώρα, ποὺ βρῆκε τὰ πρόσωπα αὐτά, εἰδικὰ τὸν Ἅγιο Τυχικό, γιὰ τὸν ὁποῖο ἐνδιαφερόμαστε, καὶ πῶς αὐτὸς κλήθηκε στὸ Εὐαγγέλιο, δὲν γνωρίζουμε. Αὐτὸ ποὺ γνωρίζουμε εἶναι πὼς ἀπὸ τὴν Ἀσία τὸν ψάρεψε μαζὶ μὲ τὸν Τρόφιμο καὶ πὼς καὶ οἱ δύο ὑπῆρξαν ζηλωτὲς συνοδοί του.
Συνοδός, λοιπόν, τοῦ Παύλου ὁ Τυχικός, μὰ καὶ ὁ Τρόφιμος. Ἀκούραστοι συνοδοί. Μαζί του στὶς ἐπιτυχίες καὶ τὶς χαρούμενες στιγμές. Μαζί του ὅμως καὶ στοὺς πιὸ μεγάλους κινδύνους. Τοὺς κινδύνους ποὺ ἀντιμετώπιζε ἀπὸ τὰ ὄργανα τοῦ Σατανᾶ στὶς συνεχείς του ἀποστολικὲς περιοδεῖες. Μαζί του καὶ σ’ αὐτὴν τὴν φυλακὴ τῆς Ρώμης. Χαρά του νὰ διακονεῖ καὶ νὰ ἐξυπηρετεῖ τὸ ἔργο τοῦ Κυρίου. Στὸν Τυχικὸ ἐπαναπαύεται καὶ προσβλέπει ὁ γηραιὸς Ἀπόστολος στὶς ποικίλες ἀνάγκες ποὺ ἀντιμετωπίζει. Στὸν Τυχικὸ ἀναθέτει τὴν ὑπεύθυνο ἀποστολὴ νὰ μεταφέρει καὶ νὰ ἐπιδώσει μὲ ἀσφάλεια τὶς ἐπιστολές του πρὸς τοὺς πιστοὺς τῆς Ἐφέσου, τῶν Κολοσσῶν καὶ τῆς Α’ πρὸς τὸν μαθητή του Τιμόθεο.
Μὲ πόση συγκίνηση γράφει ὁ στοργικὸς Ἀπόστολος πρὸς τοὺς Ἐφεσίους (στ’ 21 – 22) τοῦτα τὰ λόγια: «Ἴνα δὲ εἰδῆτε καὶ ὑμεῖς τὰ κατ’ ἐμέ, τί πράσσω, πάντα ὑμῖν γνωρίσει Τυχικὸς ὁ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ πιστὸς διάκονος ἐν Κυρίῳ ὃν ἔπεμψα πρὸς ὑμᾶς εἰς αὐτὸ τοῦτο, ἴνα γνῶτε τὰ περὶ ἡμῶν καὶ παρακαλέσῃ τὰς καρδίας ὑμῶν». (Γιὰ νὰ μάθετε δὲ καὶ ἐσεῖς τὰ ἰδικά μου νέα, νὰ γνωρίσετε δηλαδὴ τί κάμνω καὶ πὼς περνῶ τὶς ἡμέρες μου ἐδῶ στὴ φυλακὴ γιὰ τὴν διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου, σᾶς στέλλω τὸν Τυχικό. Ὁ ἀγαπητός μου αὐτὸς ἀδελφὸς καὶ πιστὸς διάκονος στὸ ἔργο τοῦ Κυρίου, θὰ σᾶς τὰ καταστήσει ὅλα γνωστά. Αὐτὸς θὰ σᾶς παρηγορήσει καὶ θὰ στηρίξει τὶς καρδιές σας, ποὺ εἶναι θλιμμένες ἐξ αἰτίας τῆς φυλακίσεώς μου.)
Ὁποῖο μεγαλειώδη τίτλο τιμῆς γιὰ τὸν εἰλικρινὴ συνεργάτη τοῦ φλογεροῦ Ἀποστόλου ἀποτελοῦν τὰ κολακευτικὰ τοῦτα λόγια. Καὶ μόνο αὐτὰ γραμμένα ἀπὸ τὸ χέρι τοῦ θείου Παύλου, ὁ ὁποῖος ζεῖ καὶ ἀγωνίζεται μονάχα γιὰ τὴν δόξα τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ καὶ τὴν σωτηρία τοῦ κάθε ἀνθρώπου, εἶναι ἀποδεικτικὰ τῆς ξεχωριστῆς καὶ ἰδιάζουσας θέσης, ποὺ κατέχει στὴν πρώτη ἐκκλησία ἡ προσωπικότητα τοῦ πιστοῦ καὶ πρόθυμου διακόνου τοῦ Εὐαγγελίου, τοῦ Ἁγίου Τυχικοῦ.
Καὶ πολὺ δίκαια. Γιατί ὁ Τυχικὸς μὲ πολὺ ἐνθουσιασμὸ ἀνέλαβε τὸ ἔργο τῆς διαδόσεως τοῦ Εὐαγγελίου ἀκολουθώντας μὲ ζῆλο τὸν Ἀπόστολο τῶν Ἐθνῶν Παῦλο στὶς περιοδεῖες του. Ἀλλὰ καὶ πάντα πρόθυμος νὰ τὸν ἐξυπηρετήσει, ὅπου τὸν ἤθελε αὐτὸς καλέσει. «Ὅταν πέμψω Ἀρτεμᾶν πρὸς σὲ ἢ Τυχικόν, σπούδασαν ἐλθεὶν πρὸς μὲ εἰς Νικόπολιν ἐκεῖ γὰρ κέκρικα παραχειμᾶσαι» (Τίτ. γ’ 12). Αὐτὰ γράφει ὁ Παῦλος πρὸς τὸν Ἀπόστολο καὶ συνεργάτη του Τίτο. Καὶ οἱ ὁδηγίες αὐτὲς δείχνουν τὴν ἐμπιστοσύνη τοῦ μεγάλου Ἀποστόλου πρὸς τὸν ἀκόλουθο καὶ βοηθό του Τυχικό, ποὺ εἶναι συνεργὸς καὶ συνέκδημος τοῦ σκεύους αὐτοῦ τῆς ἐκλογῆς τοῦ Κυρίου. Συνεργὸς καὶ συνέκδημος ἀλλὰ καὶ διεκπεραιωτὴς πολλῶν ἐμπιστευτικῶν ἀποστολῶν. Ὅταν ὁ Ἀπόστολος Μάρκος μετὰ τὸ μαρτύριο τοῦ θείου του, Ἀποστόλου Βαρνάβα, ἔφυγε ἀπ’ τὴν Κύπρο, πέρασε ἀπ' τὴν Ἀλεξάνδρεια καὶ κατέληξε στὴν Ρώμη γιὰ νὰ συναντήσει τὸν πολύπειρο καὶ φυλακισμένο Ἀπόστολο.
Μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ ἡ συνάντηση πραγματοποιήθηκε γρήγορα. Οἱ δύο Ἀπόστολοι, ἀφοῦ ἀντάλλαξαν ἀσπασμὸ χριστιανικῆς ἀγάπης ἄρχισαν μὲ ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον νὰ συνομιλοῦν γιὰ τὴν κατάσταση τῆς Ἐκκλησίας στὴν Κύπρο. Κατὰ τὴν συνομιλία αὐτή, μεταξὺ τῶν ἄλλων, ὁ Μάρκος ἀποκάλυψε στὸν φλογερὸ Ἀπόστολο τὸ μαρτυρικὸ τέλος τοῦ φίλου του, ἀποστόλου Βαρνάβα καὶ τοῦ φανέρωσε πὼς στὴν Κύπρο δὲν ἦταν ἄλλος Ἀπόστολος, γιὰ νὰ συνεχίσει τὸ ἔργο τους. Ἡ πληροφορία αὐτὴ ἀνησύχησε τὸν γηραιὸ Ἀπόστολο, ποὺ ἔσπευσε ἀμέσως νὰ στείλει στὸ πολύπαθο νησὶ τοὺς συνεργάτες του Τυχικό, Ἐπαφρᾶ καὶ μερικοὺς ἄλλους. Ἡ ὁμάδα αὐτή, σὰν ἔφτασε στὴν Κύπρο, ἔσπευσε νὰ συναντηθεῖ μὲ τὸν Ἠρακλείδιο ποὺ βρισκόταν στὴν Ταμασὸ καὶ νὰ τοῦ ἐπιδώσει σχετικὴ ἐπιστολή. Στὴν ἐπιστολὴ αὐτὴ ὁ Παῦλος λέγεται πὼς συνιστοῦσε στὸν πιστὸ μαθητή του νὰ ἐγκαταστήσει τὸν Ἐπαφρᾶ ἐπίσκοπο στὴν Πάφο, τὸν Τυχικὸ στὴ Νεάπολη, δηλαδὴ τὴν Λεμεσό, καὶ τὸν Αὐξίβιο στοὺς Σόλους, πράγμα τὸ ὁποῖο καὶ ἔκαμε.
Ὁ Ἀπόστολος Τυχικὸς ὑπῆρξε ἕνας δόκιμος ἐργάτης τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ, ποὺ μὲ προθυμία δέχθηκε τὸ κήρυγμα γιὰ τὸν Ἐσταυρωμένο Ἰησοῦ. Τὸν ἀγάπησε μὲ ὅλη του τὴν καρδιὰ καὶ ἀψηφώντας κάθε κίνδυνο κινεῖται παντοῦ γιὰ νὰ τὸ προσφέρει καὶ σ’ ἄλλους. Μαζὶ μὲ τὸν θεῖο Παῦλο μπορεῖ καὶ αὐτὸς νὰ λέγει: «Ὀδοιπορίαις πολλάκις, κινδύνοις ποταμῶν, κινδύνοις ληστῶν, κινδύνοις ἐκ γένους, κινδύνοις ἐξ ἐθνῶν, κινδύνοις ἐν πόλει, κινδύνοις ἐν ἐρημίᾳ, κινδύνοις ἐν θαλάσσῃ, κινδύνοις ἐν ψευδαδέλφοις...» (Β’ Κορ. ια’ 26). (Ἀντίκρυσα πολλοὺς κινδύνους ἀπὸ ληστές, κινδύνους ἀπὸ τοὺς ὁμοεθνεῖς μου Ἑβραίους, κινδύνους ἀπὸ ἐθνικοὺς καὶ εἰδωλολάτρες, κινδύνους μέσα ἀπὸ τὶς πόλεις, κινδύνους μέσα σὲ ἔρημους τόπους, κινδύνους στὴν θάλασσα, κινδύνους ἀπὸ μέρους ψευδαδέλφων, ποὺ ὑποκρίνονταν ὅτι εἶναι χριστιανοί.)
Ως γνήσιος ἐργάτης τοῦ Εὐαγγελίου, ἀνέλαβε καὶ αὐτὸς μὲ φλόγα στὴν καρδιὰ καὶ συνέπεια καὶ σύνεση τὸ ἔργο τῆς πανανθρώπινης σωτηρίας. Ἀντιμετώπισε διωγμοὺς καὶ ἐξευτελισμούς. Ἐν τούτοις ποτὲ δὲν ἐδειλίασε. Οὔτε μετανόησε γιατί ἀνέλαβε τέτοιο βαρυσήμαντο ἔργο. Ἄλλωστε τὸ γνώριζε αὐτό. Τὸ προεῖπε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος μὲ τοῦτα τὰ λόγια: «Ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω ὑμᾶς ὡς πρόβατα ἐν μέσῳ λύκων» (Ματθ. γ’ 16). «Εἰ ἐμὲ ἐδίωξαν καὶ ὑμᾶς διώξουσι» (Ἰωάν. ιε’ 20)· καὶ «ἔσεσθε μισούμενοι ὑπὸ πάντων διὰ τὸ ὄνομά μου» (Ματθ. ι’ 22).
Πολλὲς φορὲς τὸ δοκίμασε σὰν βρισκόταν μὲ τὸν δάσκαλό του καὶ τὸ ἄκουσε. Ὅμως καμιὰ δύναμη δὲν μπόρεσε νὰ τοῦ κάμψει τὴν θέληση. Ὁπλισμένος μὲ ἀκατάβλητη αὐταπάρνηση καὶ καρτερία καὶ ὑπομονὴ συνεχίζει πιστὸς μέχρι θανάτου τὸ ποιμαντικό του ἔργο στὴν Κύπρο.
AgiosTihikos_2Ὁ Ἀπόστολος Τυχικὸς μετὰ τὴν ἀποστολή του στὴν Κύπρο, ἐπέστρεψε καὶ πάλι κοντὰ στὸν Ἀπόστολο Παῦλο. Μετὰ δὲ τὸν μαρτυρικὸ θάνατο τοῦ θείου αὐτοῦ Ἀποστόλου κατὰ μία παράδοση ὁ Τυχικὸς χρημάτισε Ἐπίσκοπος τῆς Χαλκηδόνος, μιᾶς πόλεως τῆς Βιθυνίας τῆς Μικρᾶς Ἀσίας.
Ἐκεῖ στὸ χωριὸ τῆς Πάφου, όπου βρίσκεται καὶ ὁ ναός του κτισμένος στὰ ἐρείπια ἐνὸς πολὺ παλαιοῦ, σώζονται ἀκόμη τρεῖς ἐλιές, ποὺ (κατὰ τὴν παράδοση) βλάστησαν ἀπὸ τὰ ἐλιοκόκκονα, ποὺ ἔρριψαν οἱ Ἀπόστολοι, ὅταν περνοῦσαν ἀπὸ ἐκεῖ καὶ ἔτρωγαν ἐλιές. Στὸν ναὸ τοῦ μικροῦ αὐτοῦ χωριοῦ εἶναι και δύο εἰκόνες τοῦ Ἁγίου Τυχικοῦ. Μιὰ πολὺ παλαιὰ καὶ μία κάπως νεώτερη μὲ ἡμερομηνία ἁγιογραφήσεως τὸ 1830.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr/gr/index.aspx

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’.
Ἀπόστολε ἅγιε Τυχικέ, πρέσβευε τῷ ἐλεήμονι Θεῷ, ἵνα πταισμάτων ἄφεσιν, παράσχη ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τοῦ λίθου σφραγισθέντος.
Τοῦ Παύλου μαθητὴς καὶ ἀκόλουθος ὑπάρχων, τὸν καλὸν ἀγώνα τῆς πίστεως χαίρων ἠγωνίσω, ὑψῶν ἀληθείας τὸν πυρσὸν καὶ ἔθνεσι παρέχων φωτισμῶν. Δία τοῦτο, Πανσεβάσμιε Τυχικέ, τιμῶντές σε νῦν βοῶμεν. Χαῖρε Χριστοῦ, ὦ σκεῦος ἐκλεκτῶν, χαῖρε Θεοῦ ἀπόστολε, ὢ καὶ πρέσβευε δωρήσασθαι πᾶσι τὴν λύτρωσιν.