Ὁ Ἅγιος Ἐπίμαχος καταγόταν ἀπό τήν πόλη Πηλούσιο τῆς Αἰγύπτου.
Ζοῦσε τήν ἐποχή πού ὁ ἡγεμόνας τῆς Ἀλεξάνδρειας Ἀπελλιανός καταδίωκε τούς Χριστιανούς.
Ὁ Ἅγιος κατηγορήθηκε στόν ἡγεμόνα ὡς Χριστιανός καί συνελήφθη. Ὁ Ἀπελλιανός τόν διέταξε νά θυσιάσει στά εἴδωλα. Ὅταν ὁ Ἅγιος ἀρνήθηκε διέταξε νά τόν βασανίσουν. Συγκεκριμένα διέταξε νά τοῦ σχίσουν τίς σάρκες. Κατά τήν ὥρα πού οἱ δήμιοι καταξέσκιζαν τίς σάρκες του, ἕνα κομμάτι ἀποσπάστηκε ἀπό τό δέρμα του καί ἔσταξε αἷμα στό τυφλό μάτι μίας γυναίκας, ἡ ὁποία τόν συμπονοῦσε. Τότε εὐθύς ἡ γυναῖκα ἀπόχτησε φῶς ἀπό τό τυφλό της μάτι.
Μετά ἀπό αὐτό τό θαῦμα ὁ Ἅγιος Ἐπίμαχος ὑπέκυψε στά βασανιστήρια καί παρέδωσε τό πνεῦμα του στόν Κύριο.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr/gr/index.aspx
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Ὡς γενναῖος ὁπλίτης τοῦ Σωτῆρος Ἐπίμαχε, τῷ ἐχθρῷ στερρῶς συνεπλάκης, συμμαχίᾳ τῆς πίστεως, καί τοῦτον ἐτροπώσω Ἀθλητά, βασάνους πολυτρόπους ὑποστάς· διά τοῦτο ὡς τοῦ Λόγου σε κοινωνόν, τιμῶμεν ἀνακράζοντες· δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σέ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διά σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.
Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Αὐτοκλήτως ὥρμησας, πρός εὐσεβείας τούς ἄθλους, ἀκβοῶν Ἐπίμαχε, τοῖς παρανόμοις ἀνδρείως· Πάρειμι, ὑπεραθλῆσαι τῆς ἀληθείας, ξόανα, ἐκμυστηρίσαι τῆς ἀπωλείας· καί τμηθείς τόν σόν αὐχένα, δικαιοσύνης στέφανον εἰληφας.
Μεγαλυνάριον.
Μάχην συγκροτήσας περιφανῆ, Ἐπίμαχε μάκαρ, ἐναντίον τῶν δυσμενῶν, θείᾳ δυναστείᾳ λαμπρόν τρόπαιον ἦρας· διό τῶν σῶν καμάτων, δρέπεις τά ἔπαθλα.

Ὁ Ὅσιος Θεοδόσιος καταγόταν ἀπό τήν κωμόπολη τῆς Μωγαρισσοῦ, ἡ ὁποία ἀνῆκε στήν ἐπαρχία τῆς Καππαδοκίας. Ἔζησε κατά τούς χρόνους τοῦ Λέοντος τοῦ Θρακός καί ἔφτασε ἕως καί τούς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορα Ἀναστασίου (491 – 518 μ.Χ.). Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Προαιρέσιος καί ἡ μητέρα του Εὐλογία. Ἦταν καί οἱ δυό εὐσεβεῖς καί πιστοί ἄνθρωποι. Ὁ Θεοδόσιος ὅμως, ἀπό θεῖο ζῆλο, δέν ἀκολούθησε τήν ἔγγαμο ζωή, ἀλλά τό μοναχικό βίο. Γι’ αὐτό ἔφυγε ἀπό τήν πατρίδα του καί πῆγε στά Ἱεροσόλυμα νά προσκυνήσει τούς Ἁγίους Τόπους. Στή συνέχεια μετέβη στήν Ἀντιόχεια, ὅπου ἐπισκέφθηκε τόν Ἅγιο Συμεών τόν Στυλίτη, ὁ ὁποῖος τόν ἐμύησε στά τῆς μοναχικῆς πολιτείας καί τῆς ἀρετῆς καί τοῦ προεῖπε ὅτι θά γίνει ποιμένας πολλῶν λογικῶν προβάτων. Ἀσκήτεψε κοντά στό θαυμαστό καί ἐνάρετο ἀσκητή, πού ὀνομαζόταν Λογγίνος, μέ τόν ὁποῖο μαζί μελετοῦσε, συζητοῦσε καί προσευχόταν καί τοῦ ὁποίου σπούδαζε τήν πνευματική διαύγεια καί τή μεγάλη ταπεινοφροσύνη.