Εκτύπωση

defteraΑγίου Γρηγορίου του Παλαμά, ΟΜΙΛΙΑ 60ή
ΕΚΦΩΝΗΘΗΚΕ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΗΜΕΡΑ ΤΩΝ ΦΩΤΩΝ
Όπου περιλαμβάνεται και παρουσίαση του μυστηρίου του βαπτίσματος του Χριστού.

Χθες συνεκκλησιάζοντας και συνεορτάζοντας με σας που προεορτάζατε την ημέρα των Φώτων σας ανέπτυξα τα απαραίτητα λέγοντας προς την αγάπη σας τα σχετικά με το βάπτισμα κατά Χριστόν, το οποίο αξιωθήκαμε εμείς• ότι δηλαδή είναι επίγνωση του Θεού και υπόσχεση προς τον Θεό, πίστη μεν και επίγνωση της εν Θεώ αληθείας, συμφωνία δε και υπόσχεση έργων και λόγων και τρόπων αρεστών στο Θεό που τελούνται δια των ιερών συμβόλων. Αλλά διδάσκοντας προσθέσαμε και τούτο, ότι αν δεν μετατρέψουμε σε έργο τις υποσχέσεις εκείνες, τα ιερά εκείνα σύμβολα και οι δι’ αυτών και μαζί με αυτά δια λόγου υποσχέσεις προς τον Θεό, όχι μόνο δεν ωφελούν τον άνθρωπο, αλλά και δικαίως τον υποβάλλουν σε καταδίκη. Έπειτα εξηγήσαμε την προς τους όχλους διδασκαλία Ιωάννη του Προφήτη και Προδρόμου και Βαπτιστού, η οποία διαλαμβάνει και αυτή περί του ιδίου βαπτίσματος• διότι το μεν βάπτισμα είναι επίγνωση του Θεού, όπως είπαμε, ο δε πρόδρομος και βαπτιστής του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος μας Ιησού Χριστού μας οδηγεί δια της διδασκαλίας του στην επίγνωση αυτού, αποδεικνύοντάς τον προαιώνιο και δεσπότη του παντός, κριτή ζωντανών και νεκρών, που κατά την εξουσία του τους μεν άξιους εισάγει στις αΐδιες μονές, τους δε κατάκριτους ρίπτει στη γέεννα, του πυρός• ενώ μαρτυρεί ότι αυτός είναι κύριος και των αγγέλων, τον εαυτό του δε τον συντάσσει στους εσχάτους δούλους.
2 Επειδή το βάπτισμα δεν είναι μόνο επίγνωση του Θεού, αλλά και υπόσχεση επιστροφής και θεάρεστων έργων, γι’ αυτό ο πρόδρομος του Χριστού και βαπτιστής, όχι μόνο οδηγούσε στην επίγνωση του Χριστού, αλλά και κήρυττε μετάνοια κι επιζητούσε καρπούς άξιους της μετάνοιας, την δικαιοσύνη, την ελεημοσύνη, την μετριοφροσύνη, την αγάπη, την αλήθεια. Δεικνύοντας δε και τούτο, ότι χωρίς έργα δεν ωφελεί καθόλου η προς τον Θεό υπόσχεση, αλλά και καταδικάζει τον άνθρωπο, επέσειε αξίνα κι επεδείκνυε πυρκαγιά άσβεστη κι’ έλεγε ότι «κάθε δένδρο που δεν κάνει καλό καρπό αποκόπτεται και ρίπτεται στη φωτιά». Εκτός από αυτά εξηγήσαμε προς την αγάπη σας και τους προς τον ίδιο τον Κύριο που ήλθε να βαπτισθεί λόγους του Βαπτιστού, που δίσταζε και υποχωρούσε και παραιτείτο από το έργο, και ζητούσε μάλλον αυτός να λάβει από εκείνον το βάπτισμα. Αλλ’ επίσης εξηγήσαμε και του Κυρίου τους λόγους προς εκείνον, ως δεσπότη που προστάζει δούλο, συγχρόνως δε και φανερώνει το μυστήριο σαν σε φίλο και συγγενή κατά σάρκα και προβάλλει τις εύλογες δικαιολογίες. Και φθάσαμε τότε μιλώντας προς σας έως το σημείο όπου ο Ιωάννης πεισθείς άφησε τον Κύριο να βαπτισθεί. Απέμεινε δε από το ευαγγέλιο αυτό που αναγνώσθηκε τώρα σ’ επήκοο, ότι, «αφού βαπτίσθηκε ο Ιησούς, ανέβηκε αμέσως από το ύδωρ• και ιδού του ανοίχθηκαν οι ουρανοί και είδε ο Ιωάννης το Πνεύμα του Θεού να κατεβαίνει σαν περιστερά και να έρχεται επάνω του. Και αμέσως ήλθε φωνή από τον ουρανό που έλεγε, τούτος είναι ο αγαπητός Υιός μου, που τον εξέλεξα.
3 Μέγα και υψηλό, αδελφοί, είναι το μυστήριο του βαπτίσματος του Χριστού που συμπεριλαμβάνεται στα λίγα τούτα λόγια, δυσθεώρητο και δυσερμήνευτο και όχι λιγότερο δυσκατάληπτο• αλλ’ επειδή είναι εξαιρετικά σωτήριο, γι’ αυτό, αφού πεισθούμε και ελπίσουμε σ’ αυτόν που προέτρεψε να ερευνούμε τις Γραφές, ας ανιχνεύσουμε όσο είναι εφικτό τη δύναμη του μυστήριου. Οπως λοιπόν κατά τη αρχή μετά το λόγο του Θεού, «ας κατασκευάσουμε άνθρωπο κατ’ εικόνα και ομοίωσή μας», αφού πλάσθηκε η φύση μας στον Αδάμ, το ζωαρχικό Πνεύμα, αφού φανερώθηκε και δόθηκε με το εμφύσημα προς αυτόν, συνεφανέρωσε και το τριαδικό των υποστάσεων της δημιουργού θεότητος επάνω στα άλλα κτίσματα, τα οποία παράγονταν με μόνο το ρήμα του Λόγου και του λέγοντος Πατρός• έτσι τώρα, που αναπλασσόταν στον Χριστό η φύση μας, το Πνεύμα το άγιο, φανερωθέν δια της προς αυτόν καθόδου από τα υπερουράνια, καθώς βαπτιζόταν στον Ιορδάνη, φανέρωσε το μυστήριο της υψίστης και παντουργού Τριάδος, το σωστικό για τα λογικά κτίσματα.
4 Για ποιο λόγο φανερώνεται το μυστήριο της αγίας Τριάδος, όταν πλάσσεται και αναπλάσσεται ο άνθρωπος; Οχι μόνο διότι είναι μόνος επίγειος μύστης και προσκυνητής της, αλλά και διότι είναι ο μόνος κατά την εικόνα της. Πραγματικά τα μεν αισθητικά και άλογα ζώα έχουν μόνο πνεύμα ζωικό, αλλά κι’ αυτό μη δυνάμενο να υφίσταται καθ’ εαυτό, στερούνται όμως τελείως νου και λόγου• τα δε εντελώς υπέρ την αίσθηση, άγγελοι και αρχάγγελοι, ως νοεροί και λογικοί, έχουν νου και λόγο, αλλά όχι και πνεύμα ζωοποιό, επειδή δεν έχουν ούτε σώμα που να ζωοποιείται από αυτό. Ο δε άνθρωπος είναι ο μόνος που κατ’ εικόνα της τρισυπόστατης φύσεως έχει νου και λόγο και πνεύμα ζωοποιό του σώματος, επειδή έχει και το ζωοποιούμενο σώμα. Όπως λοιπόν, αφού φανερώθηκε η υψίστη και παντουργός Τριάς τη στιγμή που αναπλασσόταν η φύση μας στον Ιορδάνη, σαν είδος αρχετύπου της κατά την ψυχή μας εικόνας, οι μεν βαπτίζοντες κατά Χριστόν μετά τον Χριστό βαπτίζουν με τρεις καταδύσεις, ενώ ο Ιωάννης βάπτιζε με μια κατάδυση. Κι’ αυτό επισημαίνοντας ο ευαγγελιστής Ματθαίος λέγει «αφού βαπτίσθηκε ο Ιησούς, ανέβηκε αμέσως από το ύδωρ».
5 «Και ιδού», λέει, δηλαδή χωρίς να βγει από το ύδωρ αλλά με το να αναδυθεί μόνο, «του ανοίχθηκαν οι ουρανοί». Συγκεντρώστε λοιπόν τη διάνοιά σας, παρακαλώ αδελφοί και προσέχετε με ακρίβεια το νου, ώστε να κατανοήσετε τη δύναμη του μυστηρίου του κατά Χριστόν βαπτίσματος. Διότι  κατάδυση του Χριστού στο ύδωρ και η κάτω από αυτό τοποθέτησή του, όταν βαπτιζόταν, προϋπεδείκνυε την κατάβασή του στον Άδη.
6 Ευλόγως και συνεπώς λοιπόν, όταν ανέβηκε από το ύδωρ, αμέσως του ανοίχθηκαν οι ουρανοί• επειδή και κατά την κάθοδο στον Άδη, όπου έγινε για χάρι μας υπόγειος, καθώς επανερχόταν από εκεί, άνοιξε από εκεί τα πάντα για τον εαυτό του, όχι μόνο τα έγγεια και τα περίγεια, αλλά και τον ίδιο τον ανώτατο ουρανό, στον οποίο έπειτα, όταν αναλήφθηκε σωματικώς, «εισήλθε πρόδρομος υπέρ ημών». Όπως δηλαδή δια του μυστικού άρτου και του ποτηρίου προϋπέδειξε το σωτήριο πάθος του και έπειτα παρέδωσε το μυστήριο τούτο στους πιστούς να το τελούν• για τη σωτηρία, έτσι προϋπέδειξε και την κάθοδό του στον Άδη και την ανάβασή του από εκεί μυστικώς δια του βαπτίσματός του τούτου, και έπειτα το παρέδωσε στους πιστούς να το τελούν για τη σωτηρία. Στον εαυτό του μεν παρείχε έτσι τα επώδυνα και δύσκολα, σ’ εμάς δε χάριζε την κοινωνία των παθημάτων του ευθύς από την αρχή δια των ανώδυνων τούτων μέσων και μας καθιστούσε κατά τον απόστολο σύμφυτους με το ομοίωμα του θανάτου του, ώστε στον καιρό να μας καταξίωση και της υπεσχημένης αναστάσεως.
7 Έχοντας δηλαδή σαν εμάς ψυχή και σώμα, που ανέλαβε από εμάς για χάρη μας, δια μεν του σώματος υπέστη το θάνατο και την ταφή υπέρ ημών, κι’ ανέδειξε την έγερση από τον τάφο σαν δύναμι αθανασίας και του ιδίου του σώματος, και μας παρέδωσε να τελούμε την αναίμακτη θυσία σε ανάμνηση τούτων και δι’ αυτής να καρπωνόμαστε τη σωτηρία• δια δε της ψυχής κατήλθε στον Άδη και επανήλθε από αυτόν, μεταδίδοντας σε όλους φως αΐδιο και ζωή και για δείγμα τούτου μας παρέδωσε να τελούμε το θείο βάπτισμα και δια μέσου αυτού να καρπωνόμαστε τη σωτηρία• και μάλιστα να την καρπωνόμαστε με το καθένα από τα δύο μυστήρια και με τα δυο στοιχεία, την ψυχή και το σώμα, μυούμενα και δεχόμενα σπέρματα ακήρατης ζωής. Πραγματικά από τα δυο αυτά εξαρτάται όλη η σωτηρία μας, αφού όλη η θεανδρική οικονομία στα δυο αυτά συγκεφαλαιώνεται.
8 «Του ανοίχθηκαν οι ουρανοί». Δεν είπε ο ουρανός, αλλά «του ανοίχθηκαν οι ουρανοί», δηλαδή όλοι, όλα τα επάνω, για να μη νομίσεις, βλέποντας τα άνω και επάνω από εμάς επικείμενα, ότι υπάρχει κάτι που είναι υπερκείμενο και ανώτερο. Πρέπει λοιπόν να εννοήσεις και επιγνώσεις ότι υπάρχει μια μόνο φύση και δεσποτεία που από την υπέρ τον ουρανό γύρω απειρία φθάνει μέχρι και των μέσων του σύμπαντος και των δικών μας ορίων, δηλαδή γεμίζει τα πάντα και δεν αφήνει τίποτε έξω από εαυτή και συγκρατεί και περιέχει τα πάντα σωτηρίως και υπερεκτείνεται πέρα από τα πάντα, αναγνωρίζεται όμως απορρήτως σε τρεις συναφείς χαρακτήρες. «Του ανοίχθηκαν λοιπόν οι ουρανοί», για να δειχθεί φανερότατα ότι αυτός είναι που και προ των ουρανών υπάρχει, μάλλον δε που είναι και πριν από όλα τα όντα και είναι προς τον Θεό και είναι Θεός και είναι Θεού Λόγος και Υιός και ούτε τον Πατέρα έχει προγενέστερό του και έχει μαζί με τον Πατέρα όνομα το επάνω από κάθε όνομα και από κάθε λόγο. Διότι, όταν όλα τα φαινόμενα μεταξύ αυτού και του Πατρός στον ουρανό, εγκόσμια και υπερκόσμια, σχίσθηκαν και ήταν πεταμένα τα πρώτα δίπλα στα άλλα, μόνο αυτός παρουσιαζόταν συνημμένος μαζί με τον Πατέρα και το Πνεύμα, αφού και πριν από τη σύσταση των όντων υπήρχε μαζί με αυτούς.
9 «Του ανοίχθηκαν οι ουρανοί», όπως δε λέει ο Μάρκος, σχίσθηκαν. Διότι λέει, «ανεβαίνοντας από το ύδωρ, είδε τους ουρανούς να σχίζονται». Πως λοιπόν ο μεν ένας είπε, ανοίχθηκαν, ο δε άλλος, σχίσθηκαν; Για να μη διαφύγει την  προσοχή των συνετών ακροατών ότι η έννοια του μυστηρίου είναι διπλή. Πραγματικά με την έκφραση ότι ανοίχθηκαν μας έδειξε ότι οι ουρανοί ήταν κλειστοί προηγουμένως λόγω της αμαρτίας και της παρακοής μας προς το Θεό. Διότι έχει γραφεί ότι ο ουρανός αποκλείσθηκε για τον Αδάμ, όταν παράκουσε στο Θεό και άκουσε από αυτόν ότι «γη είσαι και στη γη θα μεταβείς». Ευλόγως λοιπόν ανοίχθηκαν οι ουρανοί στον Χριστό, που παρουσιάσθηκε σε όλα υπήκοος και όπως ο ίδιος είπε στον Ιωάννη, εκπλήρωσε όλη τη δικαιοσύνη και προσφάτως δια του βαπτίσματος.
10 Επειδή δε, όπως λέει ο ίδιος ο πρόδρομος του Κυρίου, «δεν δίδει με μέτρο το Πνεύμα ο Θεός, αλλά ο Πατήρ αγαπά τον Υιό και δίδει τα πάντα στο χέρι του», φαίνεται ότι ο Χριστός κατά σάρκα έλαβε όλη την αμέτρητη και άπειρη δύναμι και ενέργεια του Πνεύματος. Οι ουρανοί έδειξαν εμπράκτως ότι όλη αυτή η δύναμη και ενέργεια του θείου Πνεύματος είναι αχώρητος σε όλα τα κτιστά. Γι’ αυτό και όταν τούτη η δύναμη φαινόταν και ήταν σαν να διάβαινε προς την θεοϋπόστατη εκείνη σάρκα, αυτοί μη χωρώντας σχίσθηκαν. Καλώς λοιπόν διεκήρυξε αυτός που είπε προς τον Θεό, «ούτε ο ουρανός δεν είναι καθαρός ενώπιόν σου», ως ουρανό εννοώντας τους αγγέλους στον ουρανό, τους αρχαγγέλους, τα πολυόμματα Χερουβίμ, τα εξαπτέρυγα Σεραφείμ, όλη την άλλη υπερκόσμια φύσι. Ευλόγως λοιπόν ούτε οι ουρανοί, δηλαδή οι άγγελοι σ’ αυτόν, είναι καθαροί ενώπιον του Θεού των ουρανών, επειδή, αν και φωτίζεται διαπαντός από την υψίστη και δεσποτική ιεραρχία, υστερούν ως προς την υπερτέλεια καθαρότητα αυτής. Μόνη δε η δική μας εν Χριστώ φύση ως θεοϋπόστατη και ομόθεη διαθέτει καθαρότητα υπερτέλεια και είναι, θα μπορούσαμε να πούμε, χωρητική κάθε λαμπρότητας και αγλαΐας και δυνάμεως και ενεργείας του θείου Πνεύματος. Επομένως όχι μόνο οι ουρανοί ανοίχθηκαν, αλλά και οι ίδιοι οι άγγελοι υποχώρησαν εμπρός στην τοιαύτη κάθοδο του θείου Πνεύματος σ’ αυτόν.
11 «Αφού βαπτίσθηκε ο Ιησούς, ανέβηκε αμέσως από το ύδωρ• και ιδού, του ανοίχθηκαν οι ουρανοί»• ο δε Λουκάς λέγει ότι είχε ανοιχθεί ο ουρανός, όταν ακόμη προσευχόταν ο Χριστός• διότι, λέγει, «όταν βαπτίσθηκε και προσευχόταν ο Ιησούς, ανοίχθηκε ο ουρανός». Πραγματικά και βαπτιζόμενος και κατεβαίνοντας και ανεβαίνοντας από το ύδωρ προσευχόταν, διδάσκοντας εμπράκτως ότι, όχι μόνο ο ιερεύς και τελεστής των μυστηρίων πρέπει να προσεύχεται, αλλά και ο τελούμενος πρέπει να κάνει τούτο σε κάθε θεία τελετή• και αν μεν ο τελεστής είναι τελειότερος κατά την αρετή και αναπέμπει εκτενέστερη ευχή, δι’ αυτού ανεβαίνει η χάρη προς τον τελούμενο, αν δε ο τελούμενος είναι αξιότερος και προσεύχεται εκτενέστερα, ο θελητής του ελέους (τι άφατη χρηστότητα κι αυτή) δεν αρνείται να μεταδώσει δι’ αυτού από τη χάρι και στον τελεστή• όπως και τώρα έγινε φανερά στην περίπτωση του Ιωάννη, πράγμα που και αυτός μαρτυρεί ύστερα δημόσια, λέγοντας, «όλοι εμείς λάβαμε από το πλήρωμά του».
12 Γιατί δε μόνο στον Ιησού ανοίχθηκε ο ουρανός, όταν προσευχόταν, σε κανένα δε από τους προ αυτού; Τι λες; Αυτός που αντιλήφθηκε τη θεανδρική• οικονομία του ενυπόστατου Λόγου του Θεού, ενώ ήταν ακόμη έμβρυο, και όχι μόνο πήδησε μαζί του με αγαλλίαση θείου Πνεύματος από αυτήν την μητρική κοιλιά, αλλά μετέδιδε χάρι και στην κυοφορούσα μητέρα του, αυτός που μόλις λύθηκε από εκεί έλυσε το πατρικό στόμα που είχε δεθεί γι’ αυτόν με αφωνία κατόπιν προσταγής του αγγέλου, το θρέμμα της ερήμου, ο υψηλότερος ανάμεσα στα γεννήματα των γυναικών και αξιότερος των από ανέκαθεν προφητών, δεν είναι ικανός να λύση τον ιμάντα του υποδήματος (οτιδήποτε και αν είναι αυτός ο ιμάντας), και θα ήταν ικανός ν’ ανοίξει τον ουρανό, μάλλον δε τα υπερουράνια, κάποιος από τους υστερούντες απέναντι στην αξία τους Για να κατανοήσεις δε το ύψος της υπεροχής του τώρα βαπτιζομένου κατά σάρκα απέναντι σε όλους, πρόσεξε κι’ εκείνο• ότι «του ανοίχθηκαν οι ουρανοί», έχει γραφεί, δείχθηκε δε σ’ εμάς με έργα ότι όχι μόνο οι ουρανοί, αλλά ο ίδιος ο κόλπος του υψίστου Πατρός του ανοίχθηκε• διότι από εκεί ήλθε το Πνεύμα και η φωνή που μαρτυρούσε τη γνησιότητα της υιότητος. Οι δε ουρανοί είναι κήρυκες τούτου, αφού ανοίχθηκαν σαν παγκόσμια στόματα, και διατρανώνοντας όχι μόνο προς τους αγγέλους των ουρανών, αλλά και προς τους επάνω στη γη ανθρώπους την ομοτιμία του Υιού του Θεού προς τον ουράνιο Πατέρα και προς το από αυτόν προελθόν εκπορευτώς Πνεύμα, κατά την ουσία και δύναμι και δεσποτεία προς το σύμπαν.
13 Ευλόγως λοιπόν μόνο γι’ αυτόν ανοίχθηκαν οι ουρανοί όταν προσευχόταν• επειδή και το σφραγισμένο βιβλίο, το οποίο πιθανώς υπαινίσσεται τον κλεισμένο προηγουμένως για μας ουρανό τούτον, κατά την Αποκάλυψη του Ιωάννη, κανένας και κάτω από τη γη δεν μπορούσε να το ανοίξει και να το διαβάσει• «κατόρθωσε δε, λέγει, να το ανοίξει και να το διαβάσει μόνο ο Λέων από τη φυλή του Ιούδα». Ποιος δε είναι ο Λέων από τη φυλή του Ιούδα μας το δίδαξε ο πατριάρχης Ιακώβ, που λέει, «ανέβηκες από τη φυλή, υιέ μου, σκύμνος του λέοντος Ιούδα• αφού ξάπλωσες, κοιμήθηκες σαν λέων και σαν σκύμνος. Ποιος θα τον ξυπνήσει; Δεν θα λείψει άρχοντας από τον Ιούδα και ηγεμών από τους μηρούς του, έως ότου έλθει αυτός στον οποίο απόκειται η αποστολή• και αυτός θα είναι προσδοκία των εθνών», δηλαδή αυτός που τώρα άνοιξε φανερά και όλα τα υπερουράνια, που μόνος ανέγνωσε τούς από τους αιώνες και στους αιώνες λόγους της προνοίας, τούς απόκρυφους στον πατρικό κόλπο θησαυρούς της σοφίας, τα ανεξερεύνητα βάθη και τα μυστήρια του Πνεύματος.
14 «Αφού βαπτίσθηκε ο Ιησούς, αμέσως ανέβηκε από το ύδωρ και ιδού ανοίχθηκαν γι’ αυτόν οι ουρανοί». Βλέπετε ότι το άγιο βάπτισμα είναι πύλη των ουρανών που εισάγει εκεί τούς βαπτιζομένους; Διότι δεν είπε απλώς «ανοίχθηκαν», αλλά «ανοίχθηκαν γι’ αυτόν οι ουρανοί»• όλα δε όσα έγιναν σ’ αυτόν, για μας έγιναν. Για μας λοιπόν ανοίχθηκαν δι’ αυτού οι ουρανοί, που έχοντας ανοικτές τις πύλες προσμένουν την είσοδό μας. Και πριν από τους άλλους μαρτυρεί τούτο ο πρωταγωνιστής ανάμεσα στους μάρτυρες Στέφανος. Αφού γονάτισε, προσευχόταν και ατενίζοντας είδε ό,τι κανείς δεν είδε πριν από το βάπτισμα του Χριστού• «διότι ατενίζοντας είδε τούς ουρανούς ανοιγμένους και τον Ιησού στη δόξα του Πατρός», είδε όχι μόνο άρρητη δόξα και τόπο υπερουράνιο, αλλά κι’ αυτόν τον ποθούμενο μέσα στη δόξα του Πατρός, δια της οποίας πρώτος αυτός από τούς μετά Χριστό είδε μακαρίως εκείνα τα οποία δεν είδε κανείς από τούς προ Χριστού, στα οποία κι’ αυτά ακόμη τα τάγματα των αγγέλων φοβούνται να παρακύψουν. Διότι τον είλκυσε ο ποθούμενος Ιησούς ποθώντας να είναι τούτος πρώτος διάκονος στους ουρανούς και πολύ προτιμότερος από τα λειτουργικά πνεύματα, καθώς και πρώτος μάρτυρας της αθλήσεως. Για μας λοιπόν ανοίχθηκαν δι’ αυτού οι ουρανοί και μας καθάρισε δια του εαυτού του• διότι δεν χρειαζόταν ο ίδιος κάθαρση η άνοιγμα.
15 Και είδε ο Ιωάννης, για να μπορεί να λέει ύστερα προς τούς ερωτώντες, «κι’ εγώ είδα και μαρτύρησα, ότι αυτός είναι ο Χριστός ο Υιός του Θεού». είδε λοιπόν ο Ιωάννης το Πνεύμα του Θεού να κατεβαίνει σαν περιστερά και να έρχεται σ’ αυτόν. Μαρτυρεί δε και της περιστεράς το είδος την καθαρότητα αυτού προς τον οποίο κατέβηκε• διότι τούτο το ζώο δεν πετά επάνω από ακαθάρτους και δυσώδεις τόπους• συνεπιβεβαιώνει δε και με τη φωνή του Πατρός από άνω• «και ιδού», λέει, δηλαδή μαζί με το είδος της περιστεράς, και «φωνή ακούγεται από τούς ουρανούς που λέγει, τούτος είναι ο υιός μου ο αγαπητός, τον οποίο εξέλεξα», τούτος που τώρα δεικνύει το Πνεύμα μου που κατήλθε και μένει επάνω του σαν στον συναΐδιο Υιό μου. Πραγματικά ο Πατήρ, χρησιμοποιώντας σαν δάκτυλο το συναίδιο και ομοούσιο και υπερουράνιο Πνεύμα του, φωνάζοντας και δακτυλοδεικτώντας μαζί, απέδειξε δημόσια και κήρυξε σε όλους ότι ο βαπτιζόμενος τότε από τον Ιωάννη στον Ιορδάνη είναι ο αγαπητός του Υιός.
16 Το Πνεύμα δεν φάνηκε μόνο σαν πατρικός δάκτυλος με τον οποίο δακτυλοδεικτούσε, αλλά κατέβηκε και έως αυτόν τον δεικνυόμενο με τον πατρικό δάκτυλο σαν για να τον ψεύσει, και όχι μόνο αυτό, αλλά και διέμεινε επάνω σ’ αυτόν• διότι, λέει, «μαρτύρησε ο Ιωάννης ότι, είδα το Πνεύμα να κατεβαίνει σαν περιστερά από τον ουρανό και έμεινε επάνω σ’ αυτόν». Και δεν έμεινε μόνο επάνω σ’ αυτόν (και μάρτυς είναι πάλι ο ίδιος που λέει, «από το πλήρωμά του λάβαμε όλοι εμείς»), αλλά και πριν από τη φανερά κάθοδο ήταν μέσα σ’ αυτόν αφανώς• τούτο άλλωστε μαρτυρείται και από τούς ασωμάτους και ουρανίους αγγέλους, από τους οποίους ο μεν ένας λέει στη γυναίκα που τον συνελάμβανε με παρθενία «ότι το άγιο Πνεύμα θα επέλθει σε σένα», ο δε άλλος προς τον Ιωσήφ γι’ αυτήν, «ότι το παιδί που έχει γεννηθεί μέσα της προέρχεται από άγιο Πνεύμα». Επειδή λοιπόν αυτά δεν κηρύττονται ως απλή συνάφεια, αλλά είναι και κάποια αλληλουχία υπερφυής και διηνεκής συγχρόνως, τελεία και ασύγχυτη, έτσι και αυτός αναδεικνύεται για μας ένας Θεός με τρισυπόστατη και παντοδύναμη θεότητα, που φανερώνεται όποτε και όπως ευδόκησε μόνος του, Πατήρ υπερουράνιος, Υιός ομοούσιος, Πνεύμα άγιο εκπορευόμενο από τον Πατέρα και αναπαυόμενο στον Υιό, που και την ένωση έχει ασύγχυτη και τη διαίρεση αμέριστη. Διότι δυο είναι αυτοί που μαρτυρούν, ο δε μαρτυρούμενος ένας• μαρτυρούν δε και τη θεότητά τους και την συμφυΐα μεταξύ τους και τη διάκριση• την μεν θεότητα από την υπερβατική δεσποτεία, από την οποία σχίσθηκαν όλοι οι ουρανοί συγχρόνως, την δε συμφυΐα από την άκρα και διηνεκή συνάφεια και την συμφωνία, την δε διάκρισή δια της διαφοροποιήσεως και της σχέσεως των υποστατικών ονομάτων.
17 Ανεβάζεται μάλιστα και το από μας πρόσλημμα προς εκείνο το αξίωμα, αφού υπάρχει αχωρίστως μαζί με τον Υιό του Θεού, ώστε και μετά την ενανθρώπησή του οι προσκυνητές και φωτιστικές υποστάσεις να είναι τρεις, στις οποίες εμείς πιστεύομε και βαπτιζόμαστε, τον μεν παλαιό άνθρωπο εκδυόμενοι με το θείο βάπτισμα, ενδυόμενοι δε τον Χριστό, τον νέο Αδάμ, ο οποίος κατέστησε νέα την ένοχη φύσι μας, αφού την παρέλαβε από παρθενικά αίματα όπως ευδόκησε, και την δικαίωσε δι’ εαυτού και έπειτα όλους όσοι προήλθαν κατά πνεύμα από αυτόν τούς ελευθέρωσε από εκείνη την, προγονική κατάρα και καταδίκη.
18 Τι λοιπόν; Επειδή βέβαια ο μονογενής Υιός του Θεού δεν έλαβε από εμάς υπόσταση, αλλά την φύσι μας την οποία ανακαίνισε, αφού ενώθηκε με αυτήν• κατά την δική του υπόσταση, δεν μεταδίδει από τη χάρι του και στην καθεμιά από τις υποστάσεις μας και δεν λαμβάνει από αυτόν ο καθένας την άφεση των αμαρτημάτων του; Πως είναι δυνατό να κάνει αλλιώς αυτός που «θέλει να σωθούμε όλοι τελείως», αυτός που «αφού έκλινε τούς ουρανούς κατήλθε» υπέρ όλων, και που, αφού με έργα και λόγια και παθήματα μας υπέδειξε οδό σωτηρίας, ανήλθε στους ουρανούς από όπου έλκει τούς οπαδούς του; Αλλά την μεν φύσι, που την ανακαίνισε αφού την προσέλαβε για μας από μας, την έδειξε αγιασμένη και δικαιωμένη, και υπήκοο καθ’ όλα στον Πατέρα, με όσα αυτός έπραξε κι’ έπαθε κατά το θέλημά του ενωμένος προς αυτήν κατά την υπόσταση• του καθενός δε από μας που πιστεύομε όχι μόνο τη φύσι, αλλά και την υπόσταση ανακαίνισε, και μας χάρισε την άφεση των αμαρτημάτων δια του θείου βαπτίσματος, δια της τηρήσεως των εντολών του, δια της μετάνοιας που χάρισε στους πταίστες, και δια της μεταδόσεως του σώματος και του αίματός του.
19 Με το να πει δε ο Πατήρ από άνω περί του βαπτισθέντος κατά σάρκα «αυτός είναι ο Υιός μου ο αγαπητός, τον οποίο διάλεξα», έδειξε ότι όλα εκείνα τα άλλα που λέχθηκαν πρωτύτερα δια των προφητών, οι νομοθεσίες, οι επαγγελίες, οι υιοθεσίες, ήταν ατελή και δεν λέχθηκαν ούτε τελέσθηκαν σύμφωνα με το θέλημα του Θεού επί τούτου, αλλά απέβλεπαν προς τον τωρινό σκοπό και δια του τελεσθέντος τώρα τελειώθηκαν κι’ εκείνα. Και τι περιορίζομαι στις δια των προφητών νομοθεσίες, τις επαγγελίες, τις υιοθεσίες; Διότι και η κατά την αρχή θεμελίωση του κόσμου προς τούτον έβλεπε, τον κάτω μεν βαπτιζόμενο ως υιό ανθρώπου, από επάνω δε μαρτυρούμενο από το Θεό ως μόνο αγαπητό Υιό, για τον οποίο έγιναν τα πάντα και δια του οποίου έγιναν τα πάντα, όπως λέγει ο απόστολος.
21.    Επομένως και η εξ αρχής παραγωγή του ανθρώπου γι’ αυτόν έγινε, αφού πελάσθηκε κατά εικόνα του Θεού, για να μπορέσει κάποτε να χωρέσει το αρχέτυπο• και ο νόμος στον παράδεισο γι’ αυτόν δόθηκε από τον Θεό• διότι δεν θα τον έθετε ο νομοθέτης, αν επρόκειτο να μείνει απραγματοποίητος διαπαντός. Και τα έπειτα από αυτόν λεχθέντα και τελεσθέντα όλα σχεδόν γι’ αυτόν έγιναν, αν δεν πει κανείς καλώς ότι και όλα τα υπερκόσμια, οι αγγελικές φύσεις και τάξεις δηλαδή και οι εκεί θεσμοθεσίες, προς τούτον το σκοπό τείνουν από την αρχή, δηλαδή προς την θεανδρική οικονομία, την οποία και υπηρέτησαν, από την αρχή έως το τέλος. Διότι ευδοκία είναι το κυριαρχικό και αγαθό και τέλειο θέλημα του Θεού• αυτός δε είναι ο μόνος, στον οποίο ευδοκεί και επαναπαύεται και αρέσκεται τελείως ο Πατήρ, «ο θαυμαστός του σύμβουλος, ο άγγελος της μεγάλης βουλής του», αυτός που ακούει και ομιλεί από τον Πατέρα του και παρέχει στους ευπειθείς ζωή αιώνια.
Αυτήν είθε να επιτύχουμε όλοι εμείς μέσα σ’ αυτόν τον βασιλέα των αιώνων Χριστό, στον οποίο πρέπει κάθε δόξα, τιμή και προσκύνηση μαζί με τον άναρχο Πατέρα του και το πανάγιο και αγαθό και ζωοποιό Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Γένοιτο.

ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΦΟΙΤΗΤΙΚΗ ΔΡΑΣΗ