Ὁ Ὅσιος Φιλογόνιος ἔζησε στά χρόνια τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου. Ἐπιδόθηκε ἀπό τήν παιδική του ἡλικία, στήν ἐκμάθηση τῶν ἱερῶν γραμμάτων καί ἔτσι ἀφιέρωσε τόν ἑαυτό του στόν Θεό. Τόσο ἡ εὐγλωττία του ὅσο καί ἡ ἀναμφισβήτητη εὐσέβεια καί χρηστότης του, ἔκαναν τούς χριστιανούς τῆς Ἀντιοχείας νά τόν ἀναδείξουν σέ ἐπίσκοπο τῆς μεγάλης καί περίλαμπρης πόλης τους.
Ὁ Φιλογόνιος ἦταν δικηγόρος, ἀσκοῦσε τό ἐπάγγελμά του μέ γνώμονα τά φιλανθρωπικά του αἰσθήματα. Ὅποτε μποροῦσε, ὑπεράσπιζε τούς συνανθρώπους του πού εἶχαν ἀδικηθεῖ καί ἦταν ἀδύναμοι ἀπέναντι στούς καταπιεστές εἰδωλολάτρες.
Ὁ Χρυσόστομος μᾶς πληροφορεῖ ὅτι ὁ Ἐπίσκοπος Ἀντιοχείας, ὁ Φιλογόνιος, ἦταν ἔγγαμος καί εἶχε μία θυγατέρα ὅταν χειροτονήθηκε. Ἡ οἰκογένειά του ὅμως δέν τόν ἐμπόδισε νά διατελέσει μεγάλο φιλανθρωπικό ἔργο καί νά ἀφιερωθεῖ στό ποίμνιό του.
Ὁ Ὅσιος Φιλογόνιος παρέδωσε τό πνεῦμα του στόν Κύριο ἐν εἰρήνῃ.
Κοινοποίηση
Δείτε Επίσης

Ὁ Ὅσιος Θεοδόσιος καταγόταν ἀπό τήν κωμόπολη τῆς Μωγαρισσοῦ, ἡ ὁποία ἀνῆκε στήν ἐπαρχία τῆς Καππαδοκίας. Ἔζησε κατά τούς χρόνους τοῦ Λέοντος τοῦ Θρακός καί ἔφτασε ἕως καί τούς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορα Ἀναστασίου (491 – 518 μ.Χ.). Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Προαιρέσιος καί ἡ μητέρα του Εὐλογία. Ἦταν καί οἱ δυό εὐσεβεῖς καί πιστοί ἄνθρωποι. Ὁ Θεοδόσιος ὅμως, ἀπό θεῖο ζῆλο, δέν ἀκολούθησε τήν ἔγγαμο ζωή, ἀλλά τό μοναχικό βίο. Γι’ αὐτό ἔφυγε ἀπό τήν πατρίδα του καί πῆγε στά Ἱεροσόλυμα νά προσκυνήσει τούς Ἁγίους Τόπους. Στή συνέχεια μετέβη στήν Ἀντιόχεια, ὅπου ἐπισκέφθηκε τόν Ἅγιο Συμεών τόν Στυλίτη, ὁ ὁποῖος τόν ἐμύησε στά τῆς μοναχικῆς πολιτείας καί τῆς ἀρετῆς καί τοῦ προεῖπε ὅτι θά γίνει ποιμένας πολλῶν λογικῶν προβάτων. Ἀσκήτεψε κοντά στό θαυμαστό καί ἐνάρετο ἀσκητή, πού ὀνομαζόταν Λογγίνος, μέ τόν ὁποῖο μαζί μελετοῦσε, συζητοῦσε καί προσευχόταν καί τοῦ ὁποίου σπούδαζε τήν πνευματική διαύγεια καί τή μεγάλη ταπεινοφροσύνη.