Προς Γαλάτας (στ΄ 2-10)
Ἀδελφοί, ἀλλήλων τὰ βάρη βαστάζετε, καὶ οὕτως ἀναπληρώσατε τὸν νόμον τοῦ Χριστοῦ.
Εἰ γὰρ δοκεῖ τις εἶναί τι μηδὲν ὤν, ἑαυτὸν φρεναπατᾷ. Τὸ δὲ ἔργον ἑαυτοῦ δοκιμαζέτω ἕκαστος, καὶ τότε εἰς ἑαυτὸν μόνον τὸ καύχημα ἕξει καὶ οὐκ εἰς τὸν ἕτερον· ἕκαστος γὰρ τὸ ἴδιον φορτίον βαστάσει. Κοινωνείτω δὲ ὁ κατηχούμενος τὸν λόγον τῷ κατηχοῦντι ἐν πᾶσιν ἀγαθοῖς.
Μὴ πλανᾶσθε, Θεὸς οὐ μυκτηρίζεται· ὃ γὰρ ἐὰν σπείρῃ ἄνθρωπος, τοῦτο καὶ θερίσει· ὅτι ὁ σπείρων εἰς τὴν σάρκα ἑαυτοῦ ἐκ τῆς σαρκὸς θερίσει φθοράν, ὁ δὲ σπείρων εἰς τὸ πνεῦμα ἐκ τοῦ πνεύματος θερίσει ζωὴν αἰώνιον.
Τὸ δὲ καλὸν ποιοῦντες μὴ ἐκκακῶμεν· καιρῷ γὰρ ἰδίῳ θερίσομεν μὴ ἐκλυόμενοι.
Ἄρα οὖν ὡς καιρὸν ἔχομεν, ἐργαζώμεθα τὸ ἀγαθὸν πρὸς πάντας, μάλιστα δὲ πρὸς τοὺς οἰκείους τῆς πίστεως.
Ἀπόδοση στη νεοελληνική:
Ἀδελφοί, ὁ καθένας νὰ βαστάζῃ τὰ βάρη τοῦ ἄλλου, καὶ κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπον θὰ ἐκπληρώσετε τὸν νόμον τοῦ Χριστοῦ.
Ἐὰν νομίζῃ κανεὶς ὅτι εἶναι κάτι, ἐνῷ δὲν εἶναι τίποτε, αὐτὸς ἀπατᾶ τὸν ἑαυτόν του. Ὁ καθένας ἂς ἐξετάζῃ τὸ ἔργον του καὶ τότε ὁ λόγος τῆς καυχήσεώς του θὰ εἶναι εἰς τὸν ἑαυτόν του μόνον, καὶ ὄχι ἐν συγκρίσει μὲ ἄλλον, διότι ὁ καθένας θὰ βαστάξῃ τὸ δικό του φορτίον. Ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος κατηχεῖται τὸν λόγον, ἂς μεταδίδῃ εἰς τὸν κατηχητὴν ἀπὸ ὅλα τὰ ἀγαθά.
Μὴν πλανᾶσθε, ὁ Θεὸς δὲν ἐμπαίζεται. Ἐκεῖνο ποὺ θὰ σπείρῃ ὁ ἄνθρωπος, αὐτὸ καὶ θὰ θερίσῃ. Διότι ἐκεῖνος ποὺ θὰ σπείρῃ εἰς τὴν σάρκα του, θὰ θερίσῃ ἀπὸ τὴν σάρκα διαφθοράν. Ἐκεῖνος δὲ ποὺ θὰ σπείρῃ εἰς τὸ Πνεῦμα, θὰ θερίσῃ ἀπὸ τὸ Πνεῦμα ζωὴν αἰώνιον.
Ἂς μὴ ἀποθαρρυνώμεθα εἰς τὸ νὰ κάνωμεν τὸ καλό, διότι εἰς τὸν κατάλληλον χρόνον θὰ θερίσωμεν, ἐὰν δὲν ἀποκάμωμεν.
Ἑπομένως ἐφ’ ὅσον ἔχομεν εὐκαιρίες, ἂς κάνωμεν τὸ καλὸ εἰς ὅλους, πρὸ παντὸς δὲ εἰς τοὺς ὁμόπιστούς μας.
- Λεπτομέρειες
- Εμφανίσεις: 2148