Ἁγία Δροσὶς καὶ οἱ σὺν αὐτῇ πέντε Κανονικὲς (22 Μαρτίου)
Ἡ Ἁγία Μάρτυς Δροσίς ἦταν θυγατέρα τοῦ αὐτοκράτορα Τραϊανοῦ (98 – 117 μ.Χ.) καί συμπαθοῦσε τούς Χριστιανούς, πού τόσο ὑπέφεραν ἀπό τόν διωγμό. Κάθε βράδυ ἡ Ἁγία ἐξερχόταν ἀπό τά ἀνάκτορα καί μαζί μέ πέντε Κανονικές, δηλαδή πέντε μοναχές, περισυνέλεγε καί ἐνταφίαζε τά λείψανα τῶν ἄταφων Χριστιανῶν, πού εἶχαν μαρτυρήσει.
Ὅμως ἕνας σύμβουλος τοῦ αὐτοκράτορος, πού ἦταν καί μνηστήρας τῆς Δροσίδος, ὁ Ἀδριανός, πληροφόρησε τόν βασιλέα γιά τό ἔργο τῶν γυναικῶν. Τότε ὁ Τραϊανός τίς συνέλαβε καί τήν μέν Ἁγία Δροσίδα τήν περιόρισε στό παλάτι, τίς δέ μοναχές τίς ἔριξε μέσα σέ χωνευτήρι μέ λιωμένο χαλκό.
Στό Συναξάρι ἀναφέρεται ὅτι μέ τόν χαλκό αὐτό, μέσα στόν ὁποῖο χωνεύθηκαν οἱ πέντε Ἁγίες, ὁ Τραϊανός διέταξε νά κατασκευασθοῦν οἱ βάσεις τῶν χάλκινων ἀγγείων τοῦ δημόσιου λουτροῦ, τό ὁποῖο εἶχε ἀνεγείρει καί πού ἐπρόκειτο νά δοθεῖ σέ δημόσια λειτουργία κατά τήν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τῶν Ἀπολλωνίων.
Ὅταν ἔγιναν τά ἐγκαίνια τοῦ λουτροῦ, ὁ πρῶτος πού ἔσπευσε νά εἰσέλθει μέσα, μόλις πλησίασε, ἔπεσε κάτω νεκρός. Τό ἴδιο συνέβη καί μέ ὅσους ἄλλους, μετά ἀπό αὐτόν, πλησίασαν τήν θύρα.
Μόλις ὁ αὐτοκράτορας πληροφορήθηκε τά γεγονότα, ρώτησε τούς ἱερεῖς τῶν εἰδώλων μήπως οἱ Χριστιανοί εἶχαν κάνει καμία μαγεία. Ἐκεῖνοι ἀπάντησαν ὅτι αὐτό τό ἔκαναν τά χάλκινα ἀγγεῖα, πού κατασκευάστηκαν ἀπό τά λείψανα τῶν πέντε μοναχῶν. Τότε ὁ Τραϊανός διέταξε νά κατασκευασθοῦν ἄλλα χάλκινα ἀγγεῖα, ὥστε νά σταματήσουν οἱ θάνατοι καί νά ξαναλιώσουν τά ἀγγεῖα μέσα στά ὁποῖα μαρτύρησαν οἱ Ἁγίες, γιά νά κατασκευαστοῦν χάλκινα ὁμοιώματα τῶν πέντε ἐκείνων Μαρτύρων πρός ἀτίμωση καί ὄνειδός τους.
Ἔτσι κι ἔγινε. Τά γυμνά ἀγάλματα στήθηκαν. Ὁ Τραϊανός, ὅμως, εἶδε στόν ὕπνο του τίς πέντε μοναχές νά τόν ἐπιτιμοῦν καί νά τοῦ προαναγγέλουν τήν κοίμηση τῆς θυγατέρας του. Ὁ ἀσεβής αὐτοκράτορας ἐξοργίστηκε, διότι ὁ Θεός ἐξευτέλισε τίς ἀνόητες βουλές του καί τίς γεμάτες παράνοια πράξεις του. Ἔδωσε, λοιπόν, ἐντολή νά ἀναφθοῦν δύο κλίβανοι σέ καθένα ἀπό τά δύο ἄκρα τῆς πόλεως καί νά πυρακτώνονται συνεχῶς. Μέ διαταγή του τοποθέτησε στούς κλιβάνους καί ἐπιγραφή, ἡ ὁποία ἔγραφε: «Χριστιανοί, πού προσκυνᾶτε τόν Ἐσταυρωμένο, λυτρώσατε τούς ἑαυτούς σας ἀπό τά πολλά βασανιστήρια καί ἀπαλλάξατε ἐμᾶς ἀπό τόν κόπο τῶν βασάνων. Ρίψατε ἑαυτούς στόν κλίβανο».
Ἡ Ἁγία Δροσίς ἀπέβαλε τά βασιλικά ἐνδύματα καί ἔφυγε ἀπό τά ἀνάκτορα χωρίς νά τήν ἀντιληφθεῖ κανείς. Προχωροῦσε πρός τόν κλίβανο, γιά νά μαρτυρήσει ὑπέρ τοῦ Χριστοῦ καί νά βρεθεῖ κοντά στίς Ἁγίες, πού ἀναπαύονταν στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Σκέφθηκε ὅμως ὅτι δέν εἶχε βαπτισθεῖ. Ἔβγαλε τότε ἀπό τό θηλάκιο τοῦ χιτῶνα της τό μύρο, μπῆκε μέσα σέ ἕνα λάκκο μέ νερό καί βαπτίσθηκε στό Ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Στήν συνέχεια κρύφθηκε κάπου γιά λίγες ἡμέρες καί ἐκεῖ κοιμήθηκε προσευχόμενη.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr/gr/index.aspx
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Πατρός τήν δυσσέβειαν, καταλιποῦσα σεμνή, Κυρίῳ προσέδραμες, τῷ Βασιλεῖ τοῦ παντός, Χριστῷ τῷ Θεῷ ἡμῶν, τοῦτῳ δε νυμφευθεῖσα, καθαρᾷ διανοίᾳ, ἤχθης Δροσίς θεόφρον, πρός νυμφῶνα τόν θεῖον, πρεσβεύουσα ἀπαύστως, ὑπέρ τῶν τιμώντων σε.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Τῷ φωτί τῆς χάριτος, καταυγασθεῖσα, εὐσεβῶς ἠγώνισαι, ὑπέρ τῆς δόξης τοῦ Χριστοῦ, Δροσίς Μαρτύρων συνόμιλε, μεθ’ ὧν δυσώπει, ὑπέρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.
Μεγαλυνάριον.
Πόθῳ πτερωθεῖσα τῷ τοῦ Χριστοῦ, τοῖς Μάρτυσι τούτου, θεοφρόνως διακονεῖς, ὧν καί τῆς εὐκλείας, Δροσίς ἐπιτυχοῦσα, ὑπέρ ἡμῶν δυσώπει, τῶν εὐφημούντων σε.
- Λεπτομέρειες
- Εμφανίσεις: 2031