Ἡ Ἁγία Δόμνα ἦταν ἱέρεια τῶν εἰδώλων ἐπί Μαξιμιανού στή Νικομήδεια καί συγκεκριμένα στόν ναό τοῦ Δωδεκάθεου. Οἱ ἐπιστολές τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, ἄνοιξαν τά πνευματικά της μάτια καί βαπτίστηκε χριστιανή, μαζί μέ τόν ὑπηρέτη της Ἰνδή, ἀπό τόν ἐπίσκοπο Νικομήδειας Κύριλλο. Ἀπό τότε ἔκανε συνειδητή χριστιανική ζωή, μοιράζοντας στούς φτωχούς ὅτι εἶχε ἀπό τήν περιουσία της, ἀλλά καί ὅτι ἔπαιρνε ἀπό τό παλάτι.
Κάποτε ὅμως, τό ἔμαθε αὐτό ὁ ἀρχιϋπηρέτης τοῦ παλατιοῦ καί ὅταν ἦταν νά τιμωρήσει τήν Δόμνα, αὐτή ἔκανε τήν τρελή καί στάλθηκε στόν ἐπίσκοπο γιά θεραπεία. Ἔπειτα γιά νά μή συλληφθεῖ, ντύθηκε ἀνδρικά καί ἔθαβε τά λείψανα τῶν μαρτύρων.
Ὅταν ὅμως ἐπέστρεψε ὁ Μαξιμιανός στή Νικομήδεια, ζήτησε τήν Δόμνα καί ὅταν ἔμαθε ὅτι ἔγινε χριστιανή, διέταξε νά τήν συλλάβουν. Ἐπειδή ὅμως δέν τήν βρῆκε, διέταξε τόν γενικό φόνο τῶν χριστιανῶν, μεταξύ τῶν ὁποίων ἀναγνωρίστηκε καί ἡ Δόμνα καί ἔτσι τήν ἀποκεφάλισαν.
(Συναξαριακή πηγή, μαζί μέ τήν μνήμη τῆς Ἁγίας Δόμνας, ἀναφέρει καί τήν μνήμη τῶν Ἁγίων Θεοφίλης τῆς Παρθένου καί Ἀγάπης τῆς Προεστώσας).
Κοινοποίηση
Δείτε Επίσης

Ὁ Ὅσιος Θεοδόσιος καταγόταν ἀπό τήν κωμόπολη τῆς Μωγαρισσοῦ, ἡ ὁποία ἀνῆκε στήν ἐπαρχία τῆς Καππαδοκίας. Ἔζησε κατά τούς χρόνους τοῦ Λέοντος τοῦ Θρακός καί ἔφτασε ἕως καί τούς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορα Ἀναστασίου (491 – 518 μ.Χ.). Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Προαιρέσιος καί ἡ μητέρα του Εὐλογία. Ἦταν καί οἱ δυό εὐσεβεῖς καί πιστοί ἄνθρωποι. Ὁ Θεοδόσιος ὅμως, ἀπό θεῖο ζῆλο, δέν ἀκολούθησε τήν ἔγγαμο ζωή, ἀλλά τό μοναχικό βίο. Γι’ αὐτό ἔφυγε ἀπό τήν πατρίδα του καί πῆγε στά Ἱεροσόλυμα νά προσκυνήσει τούς Ἁγίους Τόπους. Στή συνέχεια μετέβη στήν Ἀντιόχεια, ὅπου ἐπισκέφθηκε τόν Ἅγιο Συμεών τόν Στυλίτη, ὁ ὁποῖος τόν ἐμύησε στά τῆς μοναχικῆς πολιτείας καί τῆς ἀρετῆς καί τοῦ προεῖπε ὅτι θά γίνει ποιμένας πολλῶν λογικῶν προβάτων. Ἀσκήτεψε κοντά στό θαυμαστό καί ἐνάρετο ἀσκητή, πού ὀνομαζόταν Λογγίνος, μέ τόν ὁποῖο μαζί μελετοῦσε, συζητοῦσε καί προσευχόταν καί τοῦ ὁποίου σπούδαζε τήν πνευματική διαύγεια καί τή μεγάλη ταπεινοφροσύνη.