Ὁ Ἅγιος Βασίλειος ὁ Ὁμολογητής καταγόταν ἀπό τήν Ἀθῆνα. Ἦταν ἀρχικά Ἐπίσκοπος Κρήτης καί μετετέθη στόν ἀρχιεπισκοπικό θρόνο τῆς Θεσσαλονίκης. Ὅπως μαρτυρεῖται ἀπό τόν Νικήτα Παφλαγόνα ὁ «Βασίλειος οὗτος ὁ πρότερον μέν Κρήτης ἐπίσκοπος γενόμενος, διά τήν τῶν Ἀγαρηνῶν ἔξοδον εἰς Θεσσαλονίκην μετατεθείς». Ἡ χειροτονία τοῦ Ἁγίου Βασιλείου πρέπει νά συνέβη κατά τήν πρώτη πατριαρχία τοῦ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Ἰγνατίου (846 – 858 μ.Χ.) καί ἡ μετάθεσή του στό θρόνο τῆς Θεσσαλονίκης πολύ σύντομα. Τό πιθανότερο εἶναι νά μήν πρόλαβε νά ἐγκατασταθεῖ καθόλου στήν Κρήτη καί νά μετατέθηκε σχεδόν ἀμέσως στήν Θεσσαλονίκη.
Πρός τόν Ἅγιο Βασίλειο Α’, Ἀρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης ἀπευθύνεται ἡ βοῦλα τῆς 25ης Σεπτεμβρίου 860 μ.Χ. τοῦ Πάπα Νικολάου Α’ (858 – 867 μ.Χ.), μέ τήν ὁποία ἐπικυρώνεται ὁ διορισμός του ὡς βικαρίου τῆς Ρώμης στό ἀνατολικό Ἰλλυρικό.
Τό ἔτος 862 μ.Χ. ὁ Ἅγιος Βασίλειος ἐναντιώθηκε κατά τοῦ δυσεβούς αὐτοκράτορα Μιχαήλ Γ’ (842 – 867 μ.Χ.). Οἱ κακοποιήσεις καί οἱ διώξεις πού ἐπακολούθησαν, τοῦ χάρισαν τό στέφανο τοῦ Ὁμολογητοῦ τῆς πίστεως.
Κοινοποίηση
Δείτε Επίσης

Ὁ Ὅσιος Θεοδόσιος καταγόταν ἀπό τήν κωμόπολη τῆς Μωγαρισσοῦ, ἡ ὁποία ἀνῆκε στήν ἐπαρχία τῆς Καππαδοκίας. Ἔζησε κατά τούς χρόνους τοῦ Λέοντος τοῦ Θρακός καί ἔφτασε ἕως καί τούς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορα Ἀναστασίου (491 – 518 μ.Χ.). Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Προαιρέσιος καί ἡ μητέρα του Εὐλογία. Ἦταν καί οἱ δυό εὐσεβεῖς καί πιστοί ἄνθρωποι. Ὁ Θεοδόσιος ὅμως, ἀπό θεῖο ζῆλο, δέν ἀκολούθησε τήν ἔγγαμο ζωή, ἀλλά τό μοναχικό βίο. Γι’ αὐτό ἔφυγε ἀπό τήν πατρίδα του καί πῆγε στά Ἱεροσόλυμα νά προσκυνήσει τούς Ἁγίους Τόπους. Στή συνέχεια μετέβη στήν Ἀντιόχεια, ὅπου ἐπισκέφθηκε τόν Ἅγιο Συμεών τόν Στυλίτη, ὁ ὁποῖος τόν ἐμύησε στά τῆς μοναχικῆς πολιτείας καί τῆς ἀρετῆς καί τοῦ προεῖπε ὅτι θά γίνει ποιμένας πολλῶν λογικῶν προβάτων. Ἀσκήτεψε κοντά στό θαυμαστό καί ἐνάρετο ἀσκητή, πού ὀνομαζόταν Λογγίνος, μέ τόν ὁποῖο μαζί μελετοῦσε, συζητοῦσε καί προσευχόταν καί τοῦ ὁποίου σπούδαζε τήν πνευματική διαύγεια καί τή μεγάλη ταπεινοφροσύνη.