Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Μανουήλ, γεννήθηκε στά Σφακιά τῆς Κρήτης ἀπό εὐλαβεῖς γονεῖς. Σέ μικρή ἡλικία αἰχμαλωτίσθηκε ἀπό τούς Τούρκους καί μέ τήν βία ἐξισλαμίσθηκε. Λίγο ἀργότερα βρῆκε τήν εὐκαιρία νά δραπετεύσει ἀπό τό σπίτι τῶν κυρίων του καί κατέφυγε στήν Μύκονο, ὅπου ἐξομολογήθηκε, ἔκανε τόν κανόνα του καί ζοῦσε Χριστιανικά. Ἐκεῖ νυμφεύθηκε καί ἀπέκτησε ἕξι παιδιά. Ἐπειδή ὅμως ἡ σύζυγός του ἦταν ἄπιστη, ὁ Μανουήλ πῆρε τά παιδιά του καί ἔφυγε ἀπό τό σπίτι. Ὁ ἀδελφός ὅμως τῆς πρώην συζύγου του, κατήγγειλε τόν Ἅγιο στόν Τοῦρκο πλοίαρχο. Ὁ Μανουήλ συνελήφθη καί μέ θάρρος ὁμολόγησε τήν Χριστιανική του πίστη. Τότε ὁ Τοῦρκος ναύαρχος Κουτζούκ τόν καταδίκασε σέ θάνατο.
Ἔτσι μαρτύρησε ὁ Ἅγιος Μανουήλ, τό ἔτος 1792, στή Χίο, κοντά στήν Παλαιά Βρύση.
Κοινοποίηση
Δείτε Επίσης

Ὁ Ὅσιος Θεοδόσιος καταγόταν ἀπό τήν κωμόπολη τῆς Μωγαρισσοῦ, ἡ ὁποία ἀνῆκε στήν ἐπαρχία τῆς Καππαδοκίας. Ἔζησε κατά τούς χρόνους τοῦ Λέοντος τοῦ Θρακός καί ἔφτασε ἕως καί τούς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορα Ἀναστασίου (491 – 518 μ.Χ.). Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Προαιρέσιος καί ἡ μητέρα του Εὐλογία. Ἦταν καί οἱ δυό εὐσεβεῖς καί πιστοί ἄνθρωποι. Ὁ Θεοδόσιος ὅμως, ἀπό θεῖο ζῆλο, δέν ἀκολούθησε τήν ἔγγαμο ζωή, ἀλλά τό μοναχικό βίο. Γι’ αὐτό ἔφυγε ἀπό τήν πατρίδα του καί πῆγε στά Ἱεροσόλυμα νά προσκυνήσει τούς Ἁγίους Τόπους. Στή συνέχεια μετέβη στήν Ἀντιόχεια, ὅπου ἐπισκέφθηκε τόν Ἅγιο Συμεών τόν Στυλίτη, ὁ ὁποῖος τόν ἐμύησε στά τῆς μοναχικῆς πολιτείας καί τῆς ἀρετῆς καί τοῦ προεῖπε ὅτι θά γίνει ποιμένας πολλῶν λογικῶν προβάτων. Ἀσκήτεψε κοντά στό θαυμαστό καί ἐνάρετο ἀσκητή, πού ὀνομαζόταν Λογγίνος, μέ τόν ὁποῖο μαζί μελετοῦσε, συζητοῦσε καί προσευχόταν καί τοῦ ὁποίου σπούδαζε τήν πνευματική διαύγεια καί τή μεγάλη ταπεινοφροσύνη.