Δέν εἶναι γνωστό πότε ἔζησε ὁ Ὅσιος Κυριακός, ὁ ἀσκητής τῆς Εὐρύχου. Ἐκεῖνο πού γνωρίζουμε ἀπό τήν ἀκολουθία του εἶναι ὅτι ἀπό βρέφος «ἐγένου τοῦ Κυρίου ἐραστής». Ἀγάπησε τόν Θεό καί Τόν ἀκολούθησε. Ἄφησε τόν κόσμο καί ἔγινε πολιστής τῆς ἐρήμου καί ἐραστής τῆς ἡσυχίας.
Στό ἀσκητήριό του τόν ἐπισκέπτονταν πλήθη πιστῶν, γιά νά τόν δοῦν, νά τόν συμβουλευθοῦν καί νά λάβουν τῆν εὐχή του. Καί ὁ Ὅσιος τούς δεχόταν ὅλους μέ ἀγάπη καί ὑπομονή. Τούς δίδασκε καί τούς παρηγοροῦσε. Τούς συμβούλευε νά ἀφήσουν τά μίση καί τίς κακίες μεταξύ τους καί νά μετανοήσουν.
Ὁ Τριαδικός Θεός τόν προίκισε μέ τό χάρισμα τῆς θαυματουργίας. «Φέρων τόν σταυρόν ἐπ’ ὤμων σου… καί πάθη θανατώσας τά τοῦ σώματος συντόνοις ἀγρυπνίαις καί δεήσεσι χάριν ἀπείληφας, Ὅσιε, τοῦ θεραπεύειν νοσήματα», γράφει ὁ ὑμνογράφος. Καθημερινά στό κελλί του, μαζί μέ τήν διδασκαλία πού προσέφερε, θεράπευε ἀσθενεῖς καί πάσχοντες.
Ἔτσι, ἀφοῦ ἔζησε ὁ Ὅσιος Κυριακός ὡς ἄγγελος στήν ψυχή καί Θαυματουργός, κοιμήθηκε μέ εἰρήνη.
Κοινοποίηση
Δείτε Επίσης

Ὁ Ὅσιος Θεοδόσιος καταγόταν ἀπό τήν κωμόπολη τῆς Μωγαρισσοῦ, ἡ ὁποία ἀνῆκε στήν ἐπαρχία τῆς Καππαδοκίας. Ἔζησε κατά τούς χρόνους τοῦ Λέοντος τοῦ Θρακός καί ἔφτασε ἕως καί τούς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορα Ἀναστασίου (491 – 518 μ.Χ.). Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Προαιρέσιος καί ἡ μητέρα του Εὐλογία. Ἦταν καί οἱ δυό εὐσεβεῖς καί πιστοί ἄνθρωποι. Ὁ Θεοδόσιος ὅμως, ἀπό θεῖο ζῆλο, δέν ἀκολούθησε τήν ἔγγαμο ζωή, ἀλλά τό μοναχικό βίο. Γι’ αὐτό ἔφυγε ἀπό τήν πατρίδα του καί πῆγε στά Ἱεροσόλυμα νά προσκυνήσει τούς Ἁγίους Τόπους. Στή συνέχεια μετέβη στήν Ἀντιόχεια, ὅπου ἐπισκέφθηκε τόν Ἅγιο Συμεών τόν Στυλίτη, ὁ ὁποῖος τόν ἐμύησε στά τῆς μοναχικῆς πολιτείας καί τῆς ἀρετῆς καί τοῦ προεῖπε ὅτι θά γίνει ποιμένας πολλῶν λογικῶν προβάτων. Ἀσκήτεψε κοντά στό θαυμαστό καί ἐνάρετο ἀσκητή, πού ὀνομαζόταν Λογγίνος, μέ τόν ὁποῖο μαζί μελετοῦσε, συζητοῦσε καί προσευχόταν καί τοῦ ὁποίου σπούδαζε τήν πνευματική διαύγεια καί τή μεγάλη ταπεινοφροσύνη.