
Τό 326 ἡ Ἁγία Ἑλένη πῆγε στούς Ἁγίους Τόπους νά προσκυνήσει, καί νά εὐχαριστήσει τόν Κύριο γιά τούς θριάμβους τοῦ γιοῦ της. Πηγαίνοντας ἐκεῖ ἡ Ἁγία Ἑλένη ἀρχίζει νά ἀναζητᾶ τόν Τίμιο Σταυρό. Φτάνοντας στό Γολγοθά διατάζει νά γκρεμιστεῖ ὁ ναός τῆς Θεᾶς Ἀφροδίτης. Ἐκεῖ βρίσκουν τρεῖς σταυρούς. Καί μήν ξέροντας ποιός ἀπό τούς τρεῖς εἶναι ὁ Τίμιος Σταυρός, ὁ Ἐπίσκοπος Ἱεροσολύμων, ἀκούμπησε κάποιας εὐσεβέστατης νεκρῆς γυναίκας τό σῶμα της διαδοχικά καί στούς τρεῖς σταυρούς. Μόλις ἀκούμπησε ἡ γυναίκα στόν Τίμιο Σταυρό ἀναστήθηκε. Μαθεύτηκε γρήγορα τό νέο καί πλῆθος κόσμου ἄρχισε νά ἔρχεται γιά νά προσκυνήσουν. Ὕψωσαν τόν Τίμιο Σταυρό μέσα στό ναό καί σέ μέρος ψηλό γιά νά μπορέσουν νά τόν δοῦν καί νά τόν προσκυνήσουν ὅλοι. Ὁ Σταυρός εἶναι τό ὅπλο ὅλων τῶν χριστιανῶν κατά τοῦ διαβόλου.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr/gr/index.aspx
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’.
Σῶσον Κύριε τόν λαόν σου, καί εὐλόγησον τήν κληρονομίαν σου, νίκας τοῖς Βασιλεῦσι, κατά βαρβάρων δωρούμενος, καί τό σόν φυλάττων, διά τοῦ Σταυροῦ σου πολίτευμα.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Αὐτόμελον.
Ὁ ὑψωθείς ἐν τῷ Σταυρῷ ἑκουσίως, τῇ ἐπωνύμῳ σου καινῇ πολιτείᾳ, τούς οἰκτιρμούς σου δώρησαι Χριστέ ὁ Θεός· εὔφρανον ἐν τῇ δυνάμει σου, τούς πιστούς Βασιλεῖς ἡμῶν, νίκας χορηγῶν αὐτοῖς, κατά τῶν πολεμίων· τήν συμμαχίαν ἔχοιεν τήν σήν, ὅπλον εἰρήνης, ἀήττητον τρόπαιον.
Μεγαλυνάριον.
Σήμερον ἡ κτίσις πᾶσα Σωτήρ, πόθῳ ἀνυψοῦσα, τόν πανάγιόν σου Σταυρόν, τήν φωνήν σου αἴρει, καί πίστει ἐκβοᾷ σου· Δώρησαι τῷ λαῷ σου, Λόγε τήν χάριν σου.

Ὁ Ὅσιος Θεοδόσιος καταγόταν ἀπό τήν κωμόπολη τῆς Μωγαρισσοῦ, ἡ ὁποία ἀνῆκε στήν ἐπαρχία τῆς Καππαδοκίας. Ἔζησε κατά τούς χρόνους τοῦ Λέοντος τοῦ Θρακός καί ἔφτασε ἕως καί τούς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορα Ἀναστασίου (491 – 518 μ.Χ.). Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Προαιρέσιος καί ἡ μητέρα του Εὐλογία. Ἦταν καί οἱ δυό εὐσεβεῖς καί πιστοί ἄνθρωποι. Ὁ Θεοδόσιος ὅμως, ἀπό θεῖο ζῆλο, δέν ἀκολούθησε τήν ἔγγαμο ζωή, ἀλλά τό μοναχικό βίο. Γι’ αὐτό ἔφυγε ἀπό τήν πατρίδα του καί πῆγε στά Ἱεροσόλυμα νά προσκυνήσει τούς Ἁγίους Τόπους. Στή συνέχεια μετέβη στήν Ἀντιόχεια, ὅπου ἐπισκέφθηκε τόν Ἅγιο Συμεών τόν Στυλίτη, ὁ ὁποῖος τόν ἐμύησε στά τῆς μοναχικῆς πολιτείας καί τῆς ἀρετῆς καί τοῦ προεῖπε ὅτι θά γίνει ποιμένας πολλῶν λογικῶν προβάτων. Ἀσκήτεψε κοντά στό θαυμαστό καί ἐνάρετο ἀσκητή, πού ὀνομαζόταν Λογγίνος, μέ τόν ὁποῖο μαζί μελετοῦσε, συζητοῦσε καί προσευχόταν καί τοῦ ὁποίου σπούδαζε τήν πνευματική διαύγεια καί τή μεγάλη ταπεινοφροσύνη.