Ὁ Ἀρίσταρχος, εἶχε τή μεγάλη τιμή νά χρηματίσει συνεργάτης τοῦ Ἀπ. Παύλου, (πρός Φιλήμ. α’ 23) καί συναιχμάλωτός του (Κολοσ. δ’ 10). Κατόπιν διέπρεψε καί ως ἐπίσκοπος Ἀπαμείας στή Συρία.
Ὁ Μᾶρκος, πού δέν εἶναι βέβαια ὁ Εὐαγγελιστής, χειροτονήθηκε ἐπίσκοπος Βύβλου καί ἔδρασε ἀποστολικά. Ὅπως μάλιστα τοῦ Πέτρου (Πράξ. ε’ 15), ἔτσι καί αὐτοῦ ἡ σκιά μόνη ὅταν ἔπεφτε στούς ἀσθενεῖς τούς θεράπευε.
Ὁ Ζήνων, εἶναι ὁ ἴδιος μέ τόν νομικό Ζηνά, πού σάν γνήσιος καί εὐδόκιμος ἐργάτης τοῦ Εὐαγγελίου, βοήθησε γι’ αὐτό καί στήν Κρήτη μαζί μέ τόν Ἀπολλῶ. Γι’ αὐτό καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος τόσο συγκινητικά καί φιλόστοργα συνιστᾷ στόν Τίτο, νά τούς φροντίσει τόσο πολύ, ὥστε νά μή τούς λείψει τίποτα (Τίτ. γ’ 13). Ὁ Ζήνων, διέπρεψε καί ως ἐπίσκοπος Διοσπόλεως.
Κοινοποίηση
Δείτε Επίσης

Ὁ Ὅσιος Θεοδόσιος καταγόταν ἀπό τήν κωμόπολη τῆς Μωγαρισσοῦ, ἡ ὁποία ἀνῆκε στήν ἐπαρχία τῆς Καππαδοκίας. Ἔζησε κατά τούς χρόνους τοῦ Λέοντος τοῦ Θρακός καί ἔφτασε ἕως καί τούς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορα Ἀναστασίου (491 – 518 μ.Χ.). Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Προαιρέσιος καί ἡ μητέρα του Εὐλογία. Ἦταν καί οἱ δυό εὐσεβεῖς καί πιστοί ἄνθρωποι. Ὁ Θεοδόσιος ὅμως, ἀπό θεῖο ζῆλο, δέν ἀκολούθησε τήν ἔγγαμο ζωή, ἀλλά τό μοναχικό βίο. Γι’ αὐτό ἔφυγε ἀπό τήν πατρίδα του καί πῆγε στά Ἱεροσόλυμα νά προσκυνήσει τούς Ἁγίους Τόπους. Στή συνέχεια μετέβη στήν Ἀντιόχεια, ὅπου ἐπισκέφθηκε τόν Ἅγιο Συμεών τόν Στυλίτη, ὁ ὁποῖος τόν ἐμύησε στά τῆς μοναχικῆς πολιτείας καί τῆς ἀρετῆς καί τοῦ προεῖπε ὅτι θά γίνει ποιμένας πολλῶν λογικῶν προβάτων. Ἀσκήτεψε κοντά στό θαυμαστό καί ἐνάρετο ἀσκητή, πού ὀνομαζόταν Λογγίνος, μέ τόν ὁποῖο μαζί μελετοῦσε, συζητοῦσε καί προσευχόταν καί τοῦ ὁποίου σπούδαζε τήν πνευματική διαύγεια καί τή μεγάλη ταπεινοφροσύνη.