Ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος ἦταν ἐπίσκοπος καί κήρυττε μέ μεγάλο ζῆλο τό Εὐαγγέλιο στά πλήθη τῶν εἰδωλολατρῶν. Τά κηρύγματά του προσέλκυσαν πλῆθος εἰδωλολατρῶν στήν Χριστιανική πίστη.
Τό γεγονός αὐτό ἐξόργισε τόν ἄρχοντα τοῦ τόπου. Ἔτσι λοιπόν διέταξε νά συλλάβουν τόν Ἅγιο καί νά τόν ὑποβάλλουν σέ βασανιστήρια, γιά νά τόν ἀναγκάσουν νά θυσιάσει στά εἴδωλα. Ἐκεῖνος ὅμως δέν πείστηκε.
Ἕνας στρατιώτης, ὀνόματι Ἡράκλειος, βλέποντας τήν καρτερία τοῦ Ἀλεξάνδρου πίστεψε στόν Χριστό. Ὁ Ἡράκλειος ὑποβλήθηκε σέ πολλά βασανιστήρια καί τελικά ἀποκεφαλίστηκε.
Ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ, θεραπεύτηκε ἀπό τίς πληγές τῶν βασανιστηρίων. Διετέλεσε καί κάποιο θαῦμα, ἔτσι προσέλκυσε στήν πίστη τοῦ Χριστοῦ τέσσερις γυναῖκες, τήν Θεοδότη, τήν Γλυκερία, τήν Ἄννα καί τήν Ἐλισάβετ.
Οἱ γυναῖκες αὐτές ὁμολόγησαν τήν πίστη τους μπροστά στόν ἄρχοντα καί ὁδηγήθηκαν γι’ αὐτό κάτω ἀπό τό σπαθί τοῦ δήμιου.
Ὕστερα ἀπό ὅλους ἀποκεφαλίστηκε μέ ξίφος καί ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος.
Ἅγιοι Ἀλέξανδρος, Θεοδότη, Γλυκερία, Ἄννα καὶ Ἐλισάβετ οἱ Μάρτυρες (22 Οκτωβρίου)
Κοινοποίηση
Δείτε Επίσης

Ὁ Ὅσιος Θεοδόσιος καταγόταν ἀπό τήν κωμόπολη τῆς Μωγαρισσοῦ, ἡ ὁποία ἀνῆκε στήν ἐπαρχία τῆς Καππαδοκίας. Ἔζησε κατά τούς χρόνους τοῦ Λέοντος τοῦ Θρακός καί ἔφτασε ἕως καί τούς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορα Ἀναστασίου (491 – 518 μ.Χ.). Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Προαιρέσιος καί ἡ μητέρα του Εὐλογία. Ἦταν καί οἱ δυό εὐσεβεῖς καί πιστοί ἄνθρωποι. Ὁ Θεοδόσιος ὅμως, ἀπό θεῖο ζῆλο, δέν ἀκολούθησε τήν ἔγγαμο ζωή, ἀλλά τό μοναχικό βίο. Γι’ αὐτό ἔφυγε ἀπό τήν πατρίδα του καί πῆγε στά Ἱεροσόλυμα νά προσκυνήσει τούς Ἁγίους Τόπους. Στή συνέχεια μετέβη στήν Ἀντιόχεια, ὅπου ἐπισκέφθηκε τόν Ἅγιο Συμεών τόν Στυλίτη, ὁ ὁποῖος τόν ἐμύησε στά τῆς μοναχικῆς πολιτείας καί τῆς ἀρετῆς καί τοῦ προεῖπε ὅτι θά γίνει ποιμένας πολλῶν λογικῶν προβάτων. Ἀσκήτεψε κοντά στό θαυμαστό καί ἐνάρετο ἀσκητή, πού ὀνομαζόταν Λογγίνος, μέ τόν ὁποῖο μαζί μελετοῦσε, συζητοῦσε καί προσευχόταν καί τοῦ ὁποίου σπούδαζε τήν πνευματική διαύγεια καί τή μεγάλη ταπεινοφροσύνη.