Ἀπό τίς πιό γενναῖες γυναῖκες, πού μαρτύρησαν στά πρῶτα χρόνια τῆς χριστιανικῆς Ἐκκλησίας.
Ἔζησε στά μέσα του 3ου αἰώνα μ.Χ. καί γεννήθηκε στήν πόλη Ἔφεσο.
Ἔχασε νωρίς τόν πατέρα της καί ἀνατράφηκε στήν πίστη τοῦ Χριστοῦ ἀπό τήν μητέρα της, πού καταγόταν ἀπό τή Χίο. Λέγεται ὅτι στήν Ἔφεσο, ἡ Ἁγία πήγαινε καθημερινά στόν τάφο τῆς Ἁγίας Ἐρμιόνης, θυγατέρας τοῦ Ἀποστόλου Φιλίππου καί ἔπαιρνε τό ἀναβλύζον ἀπ’ αὐτόν μύρο καί τόν ἔδινε μέ ἀφθονία στούς πιστούς, γι’ αὐτό καί ὀνομάστηκε Μυρώπη.
Ὅταν ὁ Δέκιος ἐξαπέλυσε ἄγριο διωγμό κατά τῶν χριστιανῶν, ἡ Μυρώπη μέ τήν μητέρα της ἄφησε τήν Ἔφεσο καί πῆγαν στή Χίο, ὅπου εὐεργετοῦσαν ἀπόρους ἀσθενεῖς. Ἀλλά ὁ διωγμός ἐξαπλώθηκε καί στήν εἰρηνική Χίο καί μεταξύ τῶν θυμάτων ἦταν καί ὁ Ἅγιος Ἰσίδωρος († 14 Μαΐου).
Ὁ εἰδωλολάτρης ἄρχοντας Νουμέριος, διέταξε νά μείνει ἄταφο τό σεπτό λείψανο τοῦ μάρτυρα. Ἀλλά ἡ Μυρώπη, ἀφοῦ διέφυγε τῆς προσοχῆς τοῦ φύλακα, μαζί μέ τίς ὑπηρέτριές της, πῆρε τό λείψανο καί τό ἔθαψε μέ μεγάλη εὐλάβεια. Τότε ὁ Νουμέριος διέταξε νά τιμωρηθεῖ αὐστηρά ὁ φρουρός.
Ἡ εἴδηση συντάραξε τήν φιλοδίκαια καί εἰλικρινή κόρη. Γι’ αὐτό καί παρουσιάστηκε χωρίς δισταγμό καί εἶπε ὅλη τήν ἀλήθεια στόν ἄρχοντα.
Ὁ Νουμέριος, χωρίς νά συγκινηθεῖ ἀπό τήν εὐψυχία τῆς Μυρώπης, γεμάτος θυμό καί ἐκδίκηση, διέταξε νά τιμωρηθεῖ ἡ Μυρώπη μέχρι θανάτου. Τότε οἱ στρατιῶτες τήν ξάπλωσαν στή γῆ καί τήν ἔδειραν σκληρά μέ χοντρά ραβδιά.
Ἡ ἀνδρεία τῆς Μυρώπης ὑπέμεινε τίς θανατηφόρες πληγές, χωρίς κραυγή καί λιποψυχία.
Εὔψυχη μέ τήν θεία χάρη, ἔμεινε ἀκλόνητη στήν πίστη, καί παρέδωσε μετά ἀπό λίγο τό πνεῦμα της στήν φυλακή, ἀνεβαίνοντας στά ἀθάνατα σκηνώματα τῶν δικαίων.
Στόν Συναξαριστή τοῦ Delehaye ἡ μνήμη της γιορτάζεται στίς 23 Νοεμβρίου.
Κοινοποίηση
Δείτε Επίσης

Ὁ Ὅσιος Θεοδόσιος καταγόταν ἀπό τήν κωμόπολη τῆς Μωγαρισσοῦ, ἡ ὁποία ἀνῆκε στήν ἐπαρχία τῆς Καππαδοκίας. Ἔζησε κατά τούς χρόνους τοῦ Λέοντος τοῦ Θρακός καί ἔφτασε ἕως καί τούς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορα Ἀναστασίου (491 – 518 μ.Χ.). Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Προαιρέσιος καί ἡ μητέρα του Εὐλογία. Ἦταν καί οἱ δυό εὐσεβεῖς καί πιστοί ἄνθρωποι. Ὁ Θεοδόσιος ὅμως, ἀπό θεῖο ζῆλο, δέν ἀκολούθησε τήν ἔγγαμο ζωή, ἀλλά τό μοναχικό βίο. Γι’ αὐτό ἔφυγε ἀπό τήν πατρίδα του καί πῆγε στά Ἱεροσόλυμα νά προσκυνήσει τούς Ἁγίους Τόπους. Στή συνέχεια μετέβη στήν Ἀντιόχεια, ὅπου ἐπισκέφθηκε τόν Ἅγιο Συμεών τόν Στυλίτη, ὁ ὁποῖος τόν ἐμύησε στά τῆς μοναχικῆς πολιτείας καί τῆς ἀρετῆς καί τοῦ προεῖπε ὅτι θά γίνει ποιμένας πολλῶν λογικῶν προβάτων. Ἀσκήτεψε κοντά στό θαυμαστό καί ἐνάρετο ἀσκητή, πού ὀνομαζόταν Λογγίνος, μέ τόν ὁποῖο μαζί μελετοῦσε, συζητοῦσε καί προσευχόταν καί τοῦ ὁποίου σπούδαζε τήν πνευματική διαύγεια καί τή μεγάλη ταπεινοφροσύνη.