Σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ τήν μνήμη τῆς Ἁγίας καί θαυματουργής Θεοφανούς. Ἦταν σύζυγος τοῦ βασιλιά Λέοντα τοῦ ἐπονομαζόμενου Σοφοῦ.
Ἡ Θεοφανώ, καταγόταν ἀπό ἐπιφανή οἰκογένεια τῆς Ἀνατολῆς, καί κατοικοῦσε στήν Κωνσταντινούπολη. Ἀναδείχθηκε βασίλισσα καί παρ’ ὅλα τά μεγαλεία καί τόν πλοῦτο πού τήν πλαισίωνε, διατήρησε τήν ταπεινοφροσύνη καί τήν μετριοφροσύνη πού τήν χαρακτήριζε πρίν. Προτιμοῦσε νά εἶναι ἁπλά ντυμένη καί νά βρίσκεται δίπλα στούς ἀνθρώπους πού τήν χρειαζόντουσαν. Γι’ αὐτό ντυνόταν ἁπλά γιά νά μήν ἀναγνωρίζεται καί μέ τήν συνοδεία δύο ἔμπιστων ὑπηρετριῶν της, γύρναγε στά σπίτια τῶν φτωχῶν καί κατατρεγμένων καί πρόσφερε τήν βοήθειά της.
Ἦταν τόση ἡ πίστη της, πού ἀξιώθηκε νά θαυματουργήσει. Ὅταν ἐγκατέλειπε ἡ ἰατρική ἐπιστήμη κάποιον ἀσθενή, διότι δέν μποροῦσε νά τόν θεραπεύσει, τοῦ ἐπανέφερε τήν ὑγεία του ἡ Ἁγία μέ τήν δύναμη τῆς ψυχῆς της. Παρ’ ὅλο τίς πίκρες πού δέχθηκε στήν ζωή της ἡ Ἁγία Θεοφανώ ὑμνοῦσε τόν Κύριο μέ μία ἄσβεστη φλόγα.
Ἀναπαύθηκε ἐν εἰρήνῃ καί τό ἅγιο λείψανό της βρίσκεται στό Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr/gr/index.aspx
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Προελομένη τά οὐράνια πόθῳ, Θεοφανώ τήν βιοτήν διεξῆλθες, ἀγγελικῶς ἐν γῇ περιπολεύουσα· ὅθεν κατηξίωσαι, οὐρανίων χαρίτων, σύν Ἀγγέλων τάξεσι, καί Ἁγίων χορείαις, παρισταμένη τῷ Παμβασιλεῖ· ὃν ἐκδυσώπει, εὑρεῖν ἡμᾶς ἔλεος.
Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Τήν ἐν τῷ μέσῳ ἀνακτόρων ἀναλάμψασαν
Ὡς ἐν ἐρήμῳ ἁγιότητος ταῖς λάμψεσιν,
Ὡς θεόφρονα τιμήσωμεν βασιλίδα·
Βασιλείαν γάρ λιποῦσαι τήν ἐπίγειον
Τήν οὐράνιον ἐνθέως ἐκληρώσατο·
Χαίροις λέγοντες, Θεοφανώ παμμακάριστε.
Μεγαλυνάριον.
Τῆς θεοφανείας τῆς μυστικῆς, τήν βουλήν πληροῦσα, ὡς βασίλισσα νουνεχής, τῆς ὑπερκοσμίου, ἐπέβης βασιλείας, Θεοφανώ Ὁσία ἀξιοθαύμαστε.

Ὁ Ὅσιος Θεοδόσιος καταγόταν ἀπό τήν κωμόπολη τῆς Μωγαρισσοῦ, ἡ ὁποία ἀνῆκε στήν ἐπαρχία τῆς Καππαδοκίας. Ἔζησε κατά τούς χρόνους τοῦ Λέοντος τοῦ Θρακός καί ἔφτασε ἕως καί τούς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορα Ἀναστασίου (491 – 518 μ.Χ.). Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Προαιρέσιος καί ἡ μητέρα του Εὐλογία. Ἦταν καί οἱ δυό εὐσεβεῖς καί πιστοί ἄνθρωποι. Ὁ Θεοδόσιος ὅμως, ἀπό θεῖο ζῆλο, δέν ἀκολούθησε τήν ἔγγαμο ζωή, ἀλλά τό μοναχικό βίο. Γι’ αὐτό ἔφυγε ἀπό τήν πατρίδα του καί πῆγε στά Ἱεροσόλυμα νά προσκυνήσει τούς Ἁγίους Τόπους. Στή συνέχεια μετέβη στήν Ἀντιόχεια, ὅπου ἐπισκέφθηκε τόν Ἅγιο Συμεών τόν Στυλίτη, ὁ ὁποῖος τόν ἐμύησε στά τῆς μοναχικῆς πολιτείας καί τῆς ἀρετῆς καί τοῦ προεῖπε ὅτι θά γίνει ποιμένας πολλῶν λογικῶν προβάτων. Ἀσκήτεψε κοντά στό θαυμαστό καί ἐνάρετο ἀσκητή, πού ὀνομαζόταν Λογγίνος, μέ τόν ὁποῖο μαζί μελετοῦσε, συζητοῦσε καί προσευχόταν καί τοῦ ὁποίου σπούδαζε τήν πνευματική διαύγεια καί τή μεγάλη ταπεινοφροσύνη.