Ἡκόμα καί στό σχολεῖο, ἦταν πρότυπα ἀδελφωμένων συμμαθητῶν. Εἶχαν ἀνατραφεῖ ἀπό παιδιά στήν χριστιανική πίστη, καί διακρίνονταν στήν ἐπιμέλεια, τήν εὐταξία, στήν πρόοδο τῶν γραμμάτων καί στόν ζῆλο πρός τά θεία.
Ἔζησαν καί οἱ δύο ἐπί Λέοντος τοῦ Ἰσαύρου, τοῦ εἰκονομάχου. Ὁ Ὑπάτιος μέ τόν χρόνο χειροτονήθηκε ἐπίσκοπος στή Λυδία, ἀπ’ ὅπου καί καταγόταν. Καί ὁ Ἀνδρέας ἀπό διάκονος, προχειρίστηκε ἱερέας.
Τά ἀξιώματά τους διαχειρίστηκαν μέ ὅλη τήν συνείδηση τῶν μεγάλων εὐθυνῶν πού ἔχουν. Κοπίασαν ἐν λόγῳ καί ἔγιναν πρότυπα ἐν ἔργῳ. Ἀγωνίστηκαν μέ αὐταπάρνηση γιά τήν Ὀρθοδοξία, πού τότε ἀπειλοῦσε ἡ ἐπικίνδυνη αἵρεση τῆς εἰκονομαχίας, πού τόσο ἔβλαψε τήν Ἐκκλησία καί ἐξασθένισε τό κράτος.
Ὁ Ὑπάτιος καί ὁ Ἀνδρέας συνελήφθησαν, γιά τήν ἀντίσταση καί πολεμική τους, ἐνάντια στά βασιλικά διατάγματα, πού εὐνοοῦσαν τούς εἰκονομάχους. Τούς ἔσυραν λοιπόν δεμένους κατά γῆς μέσα στούς δρόμους, κατόπιν τούς ἔσφαξαν καί ἔτσι ἔπεσαν τίμια καί ἀτρόμητα ὁλοκαυτώματα γιά τήν ἀλήθεια.
Κοινοποίηση
Δείτε Επίσης

Ὁ Ὅσιος Θεοδόσιος καταγόταν ἀπό τήν κωμόπολη τῆς Μωγαρισσοῦ, ἡ ὁποία ἀνῆκε στήν ἐπαρχία τῆς Καππαδοκίας. Ἔζησε κατά τούς χρόνους τοῦ Λέοντος τοῦ Θρακός καί ἔφτασε ἕως καί τούς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορα Ἀναστασίου (491 – 518 μ.Χ.). Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Προαιρέσιος καί ἡ μητέρα του Εὐλογία. Ἦταν καί οἱ δυό εὐσεβεῖς καί πιστοί ἄνθρωποι. Ὁ Θεοδόσιος ὅμως, ἀπό θεῖο ζῆλο, δέν ἀκολούθησε τήν ἔγγαμο ζωή, ἀλλά τό μοναχικό βίο. Γι’ αὐτό ἔφυγε ἀπό τήν πατρίδα του καί πῆγε στά Ἱεροσόλυμα νά προσκυνήσει τούς Ἁγίους Τόπους. Στή συνέχεια μετέβη στήν Ἀντιόχεια, ὅπου ἐπισκέφθηκε τόν Ἅγιο Συμεών τόν Στυλίτη, ὁ ὁποῖος τόν ἐμύησε στά τῆς μοναχικῆς πολιτείας καί τῆς ἀρετῆς καί τοῦ προεῖπε ὅτι θά γίνει ποιμένας πολλῶν λογικῶν προβάτων. Ἀσκήτεψε κοντά στό θαυμαστό καί ἐνάρετο ἀσκητή, πού ὀνομαζόταν Λογγίνος, μέ τόν ὁποῖο μαζί μελετοῦσε, συζητοῦσε καί προσευχόταν καί τοῦ ὁποίου σπούδαζε τήν πνευματική διαύγεια καί τή μεγάλη ταπεινοφροσύνη.