Μαρτύρησε μαζί μέ ἄλλους 370 χριστιανούς στά μέσα του 3ου μ.Χ. αἰώνα, ὅταν αὐτοκράτορας ἦταν ὁ Δέκιος, πού εἶχε κάνει πολλούς φόνους χριστιανῶν.
Τότε λοιπόν, κοντά στόν ποταμό Τίγρη ὑπῆρχαν ἰαματικά λουτρά. Στά λουτρά αὐτά εἶχε πάει καί ἕνας φανατικός λάτρης τῶν εἰδώλων, ὁ ἄρχων Ἀκυλίνος. Ὅταν ἔκανε θυσίες στό ναό τῆς Ἴσιδος, ἔδωσε διαταγή νά συμμετέχουν σ’ αὐτές ὁ Παράμονος καί ἄλλοι 370 χριστιανοί, πού εἶχαν συλληφθεῖ καί τούς κρατοῦσαν φυλακισμένους. Ὅλοι ὅμως ἀρνήθηκαν. Καί ἐνῶ γίνονταν οἱ εἰδωλολατρικές θυσίες, οἱ πιστοί του Χριστοῦ ἔψαλλαν «ψαλμοίς καί ὕμνοις καί ὠδαί πνευματικαί», στόν Σωτήρα τους.
Ὁ Ἀκυλίνος, ἐξαγριωμένος ἀπό τήν στάση τους, διέταξε νά τούς σκοτώσουν. Ὅρμησαν ἐναντίον τους οἱ στρατιῶτες, καί κτυπώντας τους μέ τίς λόγχες, καταξέσχισαν τά σώματά τους. Ἔτσι, μαρτυρικά καί ἔνδοξα παρέδωσαν ὅλοι τήν γενναία ψυχή τους στό στεφανοδότη Χριστό.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr/gr/index.aspx
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Παράμονον μέλψωμεν, σύν Φιλουμένῳ πιστοί, ὡς θείους θεράποντος, καί Ἀθλητάς εὐκλεεῖς, Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν· τοῦτον γάρ φερωνύμως, ὡς φιλήσαντες ἄγαν, ᾔσχυναν δι’ ἀγώνων, παρανόμων τό κράτος, αἰτοῦντες πταισμάτων λύσιν, πᾶσι καί ἔλεος.
Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τοῖς τῶν αἱμάτων σου.
Ὡς στρατευθέντες Χριστῷ διά πίστεως, τάς τῶν ἐχθρῶν διεκόψατε φάλαγγας, καί νίκης τό στέφος δεξάμενοι, σύν Παραμόνῳ θεόφρον Φιλούμενε, Ἀγγέλων ἰσότιμοι ὤφθητε.
Μεγαλυνάριον.
Νόμοις παραμένοντες ἱεροῖς, Παράμονε μάκαρ, καί Φιλούμενε Ἀθλητά, φίλοι τοῦ Σωτῆρος, ἐδείχθητε ἐν ἄθλοις, ἀχλύν παρανομίας διασκεδάσαντες.

Ὁ Ὅσιος Θεοδόσιος καταγόταν ἀπό τήν κωμόπολη τῆς Μωγαρισσοῦ, ἡ ὁποία ἀνῆκε στήν ἐπαρχία τῆς Καππαδοκίας. Ἔζησε κατά τούς χρόνους τοῦ Λέοντος τοῦ Θρακός καί ἔφτασε ἕως καί τούς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορα Ἀναστασίου (491 – 518 μ.Χ.). Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Προαιρέσιος καί ἡ μητέρα του Εὐλογία. Ἦταν καί οἱ δυό εὐσεβεῖς καί πιστοί ἄνθρωποι. Ὁ Θεοδόσιος ὅμως, ἀπό θεῖο ζῆλο, δέν ἀκολούθησε τήν ἔγγαμο ζωή, ἀλλά τό μοναχικό βίο. Γι’ αὐτό ἔφυγε ἀπό τήν πατρίδα του καί πῆγε στά Ἱεροσόλυμα νά προσκυνήσει τούς Ἁγίους Τόπους. Στή συνέχεια μετέβη στήν Ἀντιόχεια, ὅπου ἐπισκέφθηκε τόν Ἅγιο Συμεών τόν Στυλίτη, ὁ ὁποῖος τόν ἐμύησε στά τῆς μοναχικῆς πολιτείας καί τῆς ἀρετῆς καί τοῦ προεῖπε ὅτι θά γίνει ποιμένας πολλῶν λογικῶν προβάτων. Ἀσκήτεψε κοντά στό θαυμαστό καί ἐνάρετο ἀσκητή, πού ὀνομαζόταν Λογγίνος, μέ τόν ὁποῖο μαζί μελετοῦσε, συζητοῦσε καί προσευχόταν καί τοῦ ὁποίου σπούδαζε τήν πνευματική διαύγεια καί τή μεγάλη ταπεινοφροσύνη.