Η καλλιπάρθενος Νεομάρτυς τῆς πίστεως Μαρία, ἡ ἐπονομαζόμενη Μεθυμοπούλα, γεννήθηκε στήν Κάτω Φουρνή Μεραμβέλλου Κρήτης ἀπό γονεῖς εὐσεβεῖς καί φιλόθεους. Τήν Ἁγία ἀγάπησε ἕνας Τουρκαλβανός χωροφύλακας, ὁ ὁποῖος κατέβαλε κάθε προσπάθεια νά τήν προσελκύσει στό μιαρό ἔρωτά του. Ὅσο ὅμως αὐτός προσπαθοῦσε, τόσο ἡ μακαρία Μαρία τόν ἀποστρεφόταν. Ἔτσι ὁ ἀσεβής αὐτός ἄνδρας ἀποφάσισε νά φονεύσει τήν Ἁγία. Ἀφοῦ τήν βρῆκε μία ἡμέρα νά συλλέγει φύλλα γιά τήν διατροφή τῶν μεταξοσκωλήκων, ἐπιτέθηκε ἐναντίον της καί τήν ἔπληξε θανάσιμα στήν καρδιά. Ἔτσι ἔλαβε ἡ πάγκαλος νύμφη τοῦ Κυρίου τό στέφανο τῆς ἀθλήσεως.
Ἡ Ἁγία Νεομάρτυς Μαρία φέρεται ὅτι μαρτύρησε κατά τό 1826.
Κοινοποίηση
Δείτε Επίσης

Ὁ Ὅσιος Θεοδόσιος καταγόταν ἀπό τήν κωμόπολη τῆς Μωγαρισσοῦ, ἡ ὁποία ἀνῆκε στήν ἐπαρχία τῆς Καππαδοκίας. Ἔζησε κατά τούς χρόνους τοῦ Λέοντος τοῦ Θρακός καί ἔφτασε ἕως καί τούς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορα Ἀναστασίου (491 – 518 μ.Χ.). Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Προαιρέσιος καί ἡ μητέρα του Εὐλογία. Ἦταν καί οἱ δυό εὐσεβεῖς καί πιστοί ἄνθρωποι. Ὁ Θεοδόσιος ὅμως, ἀπό θεῖο ζῆλο, δέν ἀκολούθησε τήν ἔγγαμο ζωή, ἀλλά τό μοναχικό βίο. Γι’ αὐτό ἔφυγε ἀπό τήν πατρίδα του καί πῆγε στά Ἱεροσόλυμα νά προσκυνήσει τούς Ἁγίους Τόπους. Στή συνέχεια μετέβη στήν Ἀντιόχεια, ὅπου ἐπισκέφθηκε τόν Ἅγιο Συμεών τόν Στυλίτη, ὁ ὁποῖος τόν ἐμύησε στά τῆς μοναχικῆς πολιτείας καί τῆς ἀρετῆς καί τοῦ προεῖπε ὅτι θά γίνει ποιμένας πολλῶν λογικῶν προβάτων. Ἀσκήτεψε κοντά στό θαυμαστό καί ἐνάρετο ἀσκητή, πού ὀνομαζόταν Λογγίνος, μέ τόν ὁποῖο μαζί μελετοῦσε, συζητοῦσε καί προσευχόταν καί τοῦ ὁποίου σπούδαζε τήν πνευματική διαύγεια καί τή μεγάλη ταπεινοφροσύνη.