Οἱ Ἅγιοι Ἠλίας, Πρόβος καί Ἄρης κατάγονταν ἀπό τήν Αἴγυπτο. Μετέβαιναν ἀπό πόλη σέ πόλη γιά νά διαδώσουν τό λόγο τοῦ Κυρίου καί γιά νά βοηθήσουν τούς χριστιανούς.
Συνελήφθησαν στήν Ἀσκαλώνα. Ἐπειδή δέ, ἀρνήθηκαν νά ἀσπαστοῦν τά εἴδωλα καί ὁμολόγησαν τόν ἕνα καί ἀληθινό Θεό καταδικάστηκαν σέ θάνατο ἀπό τόν Φιρμιλιανό.
Οἱ μέν Ἠλίας καί Πρόβος διατάχθηκε καί ἀποκεφαλίστηκαν, ὁ δέ Ἄρης διατάχθηκε νά καεῖ στήν πυρά.
Κοινοποίηση
Δείτε Επίσης

Ὁ Ὅσιος Θεοδόσιος καταγόταν ἀπό τήν κωμόπολη τῆς Μωγαρισσοῦ, ἡ ὁποία ἀνῆκε στήν ἐπαρχία τῆς Καππαδοκίας. Ἔζησε κατά τούς χρόνους τοῦ Λέοντος τοῦ Θρακός καί ἔφτασε ἕως καί τούς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορα Ἀναστασίου (491 – 518 μ.Χ.). Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Προαιρέσιος καί ἡ μητέρα του Εὐλογία. Ἦταν καί οἱ δυό εὐσεβεῖς καί πιστοί ἄνθρωποι. Ὁ Θεοδόσιος ὅμως, ἀπό θεῖο ζῆλο, δέν ἀκολούθησε τήν ἔγγαμο ζωή, ἀλλά τό μοναχικό βίο. Γι’ αὐτό ἔφυγε ἀπό τήν πατρίδα του καί πῆγε στά Ἱεροσόλυμα νά προσκυνήσει τούς Ἁγίους Τόπους. Στή συνέχεια μετέβη στήν Ἀντιόχεια, ὅπου ἐπισκέφθηκε τόν Ἅγιο Συμεών τόν Στυλίτη, ὁ ὁποῖος τόν ἐμύησε στά τῆς μοναχικῆς πολιτείας καί τῆς ἀρετῆς καί τοῦ προεῖπε ὅτι θά γίνει ποιμένας πολλῶν λογικῶν προβάτων. Ἀσκήτεψε κοντά στό θαυμαστό καί ἐνάρετο ἀσκητή, πού ὀνομαζόταν Λογγίνος, μέ τόν ὁποῖο μαζί μελετοῦσε, συζητοῦσε καί προσευχόταν καί τοῦ ὁποίου σπούδαζε τήν πνευματική διαύγεια καί τή μεγάλη ταπεινοφροσύνη.