Η Ἁγία Λούκια, συνελήφθη ἀπό τόν Ρῆξο Βικάριο, πού τήν ἀνάγκαζε νά θυσιάσει στά εἴδωλα καί νά ἀρνηθεῖ τόν Χριστό. Ἡ Λούκια ὄχι μόνο δέν πείστηκε, ἀλλά ὁδήγησε στήν πίστη τοῦ Χριστοῦ τόν Ρῆξο, ἀπό τόν ὁποῖο, ἀξιώθηκε μεγάλων τιμῶν καί ἐγκαταστάθηκε σέ ἕνα ἥσυχο σπίτι, ὅπου καταγινόταν μέ τήν προσευχή καί τή νηστεία. Παρακάλεσε δέ τόν Ρῆξο νά πάει στήν Κομπανία τῆς Ἰταλίας καί νά μαρτυρήσει ἐκεῖ γιά τόν Χριστό. Ὁ δέ Ρῆξος, ἀφοῦ ἐγκατέλειψε γυναῖκα, παιδιά, πλοῦτο καί ὅλη τήν κοσμική δόξα, ἀναχώρησε μέ τήν Ἁγία.
Στήν πόλη αὐτή συνελήφθησαν καί οἱ δυό. Μπροστά στόν ἡγεμόνα ὁμολόγησαν μέ θάρρος τόν Χριστό καί γι’ αὐτό ἀποκεφαλίστηκαν.
Μαζί τους ἀποκεφαλίστηκαν καί πολλοί ἄλλοι Ἅγιοι Μάρτυρες.
Ἅγιοι Λουκία ἡ Παρθενομάρτυς καὶ Ρῆξος Βικάριος οἱ Μάρτυρες ποὺ μαρτύρησαν στὴν Κομπανία (6 Ιουλίου)
Κοινοποίηση
Δείτε Επίσης

Ὁ Ὅσιος Θεοδόσιος καταγόταν ἀπό τήν κωμόπολη τῆς Μωγαρισσοῦ, ἡ ὁποία ἀνῆκε στήν ἐπαρχία τῆς Καππαδοκίας. Ἔζησε κατά τούς χρόνους τοῦ Λέοντος τοῦ Θρακός καί ἔφτασε ἕως καί τούς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορα Ἀναστασίου (491 – 518 μ.Χ.). Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Προαιρέσιος καί ἡ μητέρα του Εὐλογία. Ἦταν καί οἱ δυό εὐσεβεῖς καί πιστοί ἄνθρωποι. Ὁ Θεοδόσιος ὅμως, ἀπό θεῖο ζῆλο, δέν ἀκολούθησε τήν ἔγγαμο ζωή, ἀλλά τό μοναχικό βίο. Γι’ αὐτό ἔφυγε ἀπό τήν πατρίδα του καί πῆγε στά Ἱεροσόλυμα νά προσκυνήσει τούς Ἁγίους Τόπους. Στή συνέχεια μετέβη στήν Ἀντιόχεια, ὅπου ἐπισκέφθηκε τόν Ἅγιο Συμεών τόν Στυλίτη, ὁ ὁποῖος τόν ἐμύησε στά τῆς μοναχικῆς πολιτείας καί τῆς ἀρετῆς καί τοῦ προεῖπε ὅτι θά γίνει ποιμένας πολλῶν λογικῶν προβάτων. Ἀσκήτεψε κοντά στό θαυμαστό καί ἐνάρετο ἀσκητή, πού ὀνομαζόταν Λογγίνος, μέ τόν ὁποῖο μαζί μελετοῦσε, συζητοῦσε καί προσευχόταν καί τοῦ ὁποίου σπούδαζε τήν πνευματική διαύγεια καί τή μεγάλη ταπεινοφροσύνη.