Ὁ Ἅγιος Μαξιμιανός ἢ Μάξιμος γεννήθηκε στή Ρώμη καί ἦταν ἄνδρας πολυμαθής καί εὐφυής. Ἐκεῖ ἔλαμψε μέ τίς πλούσιες ἀρετές του, τήν αὐστηρότητα τοῦ βίου του καί τό ἀπαράμιλλο ἦθος του. Χειροτονήθηκε πρεσβύτερος ὑπό τοῦ Πατριάρχου Σισινίου (426 – 431 μ.Χ.). Ὃταν ἀργότερα κοιμήθηκε ὁ Σισίνιος, τόν διαδέχθηκε στόν Πατριαρχικό θρόνο ὁ αἱρετικός Νεστόριος (428 – 431 μ.Χ.), ἐναντίον τῶν αἱρετικῶν δοξασιῶν τοῦ ὁποίου ἀντέδρασε σθεναρά ὁ Ἅγιος Μαξιμιανός. Μετά τήν καθαίρεση καί τήν ἐξορία τοῦ Νεστορίου στό θρόνο ἀνῆλθε, στίς 25 Ὀκτωβρίου 431 μ.Χ., ὁ Ἅγιος Μαξιμιανός, ἔχοντας τήν θερμή ὑποστήριξη τόσο τοῦ αὐτοκράτορα Θεοδοσίου Β’ τοῦ Μικροῦ ὅσο καί τοῦ πιστοῦ λαοῦ τῆς Βασιλεύουσας.
Ὁ Ἅγιος Μαξιμιανός, ἀφοῦ ἐργάσθηκε γιά τήν εἰρήνη τῆς Ἐκκλησίας καί ἀνέπτυξε πλούσιο φιλανθρωπικό ἔργο, κοιμήθηκε μέ εἰρήνη, τό ἔτος 434 μ.Χ. Ἡ Σύναξή του ἐτελεῖτο στό ναό τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων.
Κοινοποίηση
Δείτε Επίσης

Ὁ Ὅσιος Θεοδόσιος καταγόταν ἀπό τήν κωμόπολη τῆς Μωγαρισσοῦ, ἡ ὁποία ἀνῆκε στήν ἐπαρχία τῆς Καππαδοκίας. Ἔζησε κατά τούς χρόνους τοῦ Λέοντος τοῦ Θρακός καί ἔφτασε ἕως καί τούς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορα Ἀναστασίου (491 – 518 μ.Χ.). Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Προαιρέσιος καί ἡ μητέρα του Εὐλογία. Ἦταν καί οἱ δυό εὐσεβεῖς καί πιστοί ἄνθρωποι. Ὁ Θεοδόσιος ὅμως, ἀπό θεῖο ζῆλο, δέν ἀκολούθησε τήν ἔγγαμο ζωή, ἀλλά τό μοναχικό βίο. Γι’ αὐτό ἔφυγε ἀπό τήν πατρίδα του καί πῆγε στά Ἱεροσόλυμα νά προσκυνήσει τούς Ἁγίους Τόπους. Στή συνέχεια μετέβη στήν Ἀντιόχεια, ὅπου ἐπισκέφθηκε τόν Ἅγιο Συμεών τόν Στυλίτη, ὁ ὁποῖος τόν ἐμύησε στά τῆς μοναχικῆς πολιτείας καί τῆς ἀρετῆς καί τοῦ προεῖπε ὅτι θά γίνει ποιμένας πολλῶν λογικῶν προβάτων. Ἀσκήτεψε κοντά στό θαυμαστό καί ἐνάρετο ἀσκητή, πού ὀνομαζόταν Λογγίνος, μέ τόν ὁποῖο μαζί μελετοῦσε, συζητοῦσε καί προσευχόταν καί τοῦ ὁποίου σπούδαζε τήν πνευματική διαύγεια καί τή μεγάλη ταπεινοφροσύνη.