Ὁταν οἱ Μάγοι δέν ἐπέστρεψαν στόν Ἡρώδη νά τοῦ ποῦν ποῦ εἶναι ὁ Χριστός, ὁ πονηρός αὐτός βασιλιάς μηχανεύθηκε ἄλλο σχέδιο γιά νά ἐξοντώσει τό Θεῖο Βρέφος.
Εἶχε ἀκούσει ὅτι, σύμφωνα μέ τίς Γραφές, τόπος γέννησης τοῦ Χριστοῦ θά ἦταν ἡ Βηθλεέμ. Ἐπειδή ὅμως δέ γνώριζε ποιός ἦταν ὁ Ἰησοῦς ἂν βρισκόταν μέσα στή Βηθλεέμ ἢ στά περίχωρά της καί ἐπειδή συμπέρανε ὅτι τό παιδί θά ἦταν κάτω ἀπό δυό χρονῶν, ἔδωσε διαταγή νά σφαγοῦν ὅλα τά παιδιά τῆς Βηθλεέμ καί τῶν περιχώρων της, μέχρι τῆς ἡλικίας τῶν δύο ἐτῶν.
Ἡ σφαγή ἔγινε ξαφνικά, ὥστε νά μή μπορέσουν οἱ οἰκογένειες νά ἀπομακρυνθοῦν μέ τά βρέφη τους. Καί οἱ δυστυχισμένες μητέρες εἶδαν νά σφάζονται τά παιδιά τους μέσα στίς ἴδιες τίς ἀγκαλιές τους.
Ἡ χριστιανική Ἐκκλησία, πολύ σωστά ἀνακήρυξε Ἅγια τά σφαγιασθέντα αὐτά παιδιά, διότι πέθαναν σέ μία ἀθώα ἡλικία καί ὑπῆρξαν κατά κάποιο τρόπο οἱ πρῶτοι μάρτυρες τοῦ χριστιανισμοῦ. Μπορεῖ βέβαια νά μή βαπτίσθηκαν ἐν ὕδατι, βαπτίσθηκαν ὅμως, μέσα στό ἴδιο εὐλογημένο αἷμα τοῦ μαρτυρίου τους.
Πηγή: http://anastasiag.pblogs.gr/2009/20091201/pages/2.html
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τόν τάφον σου Σωτήρ.
Ὡς θύματα δεκτά, ὡς νεόδρεπτα ῥόδα, καί θεία ἀπαρχή, καί νεόθυτοι ἄρνες, Χριστῷ τῷ ὥσπερ νήπιον, γεννηθέντι προσήχθητε, ἁγνά Νήπια, τήν τοῦ Ἡρώδου κακίαν, στηλιτεύοντα, καί δυσωποῦντα ἀπαύστως, ὑπέρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.
Κοντάκιον. Ἦχος πλ. β’. Τήν ὑπέρ ἡμῶν.
Ἐν τῇ Βηθλεέμ, τεχθέντος τοῦ Βασιλέως, ἐξ Ἀνατολῶν, σύν δώροις ἥκασι Μάγοι, δι’ ἀστέρως ἐξ ὕψους ὁδηγούμενοι, ἀλλ’ Ἡρώδης ἐκταράσσεται, καί θερίζει τά Νήπια, ὥσπερ σῖτον ὀδυρόμενος· ὅτι τό κράτος αὐτοῦ, καθαιρεῖται ταχύ.
Μεγαλυνάριον.
Βρέφη ἀπειρόκακα καί ἁγνά, τῷ ἐκ τῆς Παρθένου, νηπιάσαντι ἑκόντι, ἤχθησαν σφαγέντα, ὡς ἄμωμοι θυσίαι· διό τήν τοῦ Ἡρώδου, κακίαν φύγωμεν.

Ὁ Ὅσιος Θεοδόσιος καταγόταν ἀπό τήν κωμόπολη τῆς Μωγαρισσοῦ, ἡ ὁποία ἀνῆκε στήν ἐπαρχία τῆς Καππαδοκίας. Ἔζησε κατά τούς χρόνους τοῦ Λέοντος τοῦ Θρακός καί ἔφτασε ἕως καί τούς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορα Ἀναστασίου (491 – 518 μ.Χ.). Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Προαιρέσιος καί ἡ μητέρα του Εὐλογία. Ἦταν καί οἱ δυό εὐσεβεῖς καί πιστοί ἄνθρωποι. Ὁ Θεοδόσιος ὅμως, ἀπό θεῖο ζῆλο, δέν ἀκολούθησε τήν ἔγγαμο ζωή, ἀλλά τό μοναχικό βίο. Γι’ αὐτό ἔφυγε ἀπό τήν πατρίδα του καί πῆγε στά Ἱεροσόλυμα νά προσκυνήσει τούς Ἁγίους Τόπους. Στή συνέχεια μετέβη στήν Ἀντιόχεια, ὅπου ἐπισκέφθηκε τόν Ἅγιο Συμεών τόν Στυλίτη, ὁ ὁποῖος τόν ἐμύησε στά τῆς μοναχικῆς πολιτείας καί τῆς ἀρετῆς καί τοῦ προεῖπε ὅτι θά γίνει ποιμένας πολλῶν λογικῶν προβάτων. Ἀσκήτεψε κοντά στό θαυμαστό καί ἐνάρετο ἀσκητή, πού ὀνομαζόταν Λογγίνος, μέ τόν ὁποῖο μαζί μελετοῦσε, συζητοῦσε καί προσευχόταν καί τοῦ ὁποίου σπούδαζε τήν πνευματική διαύγεια καί τή μεγάλη ταπεινοφροσύνη.