Ὁἱ γονεῖς ἦταν φανατικοί εἰδωλολάτρες, ἀλλά ὁ γιός τους, ἄκουσε κηρύγματα χριστιανῶν καί ἑλκύστηκε ἀπό τή ζωή τῆς ἀλήθειας καί τῆς ἀγάπης.
Αὐτός ἦταν ὁ Θεοφάνης, πού γεννήθηκε τό 283 μ.Χ. ἐπί βασιλέων Κάρου καί Καρίνου. Κάποια μέρα λοιπόν ὁ Θεοφάνης, πρίν βαπτιστεῖ, νέος ἀκόμα, συνάντησε μέσα στόν παγωμένο καιρό ἕνα παιδί, ὑπερβολικά φτωχό πού κινδύνευε νά πεθάνει ἀπό τό κρύο. Τό θέαμα σπάραξε τήν καρδιά τοῦ Θεοφάνη, καί χωρίς νά χάσει καιρό ἕντυσε τόν φτωχό μέ τό δικό του πανωφόρι. Ὅταν ἐπέστρεψε στό σπίτι καί τόν εἶδαν οἱ γονεῖς του θορυβήθηκαν. Τόν ρώτησαν τί ἔγινε τό ροῦχο του, καί αὐτός ἀπάντησε ὅτι τό ἔδωσε στόν Χριστό. Οἱ φανατικοί εἰδωλολάτρες γονεῖς, δέν ἄργησαν νά καταλάβουν ὅτι ὁ γιός τους ἑλκύστηκε ἀπό τόν χριστιανισμό, καί τόν ἀνάγκασαν νά φύγει ἀπό τό σπίτι.
Τότε ὁ Θεοφάνης βαπτίστηκε καί πήγαινε σέ διάφορες πόλεις καί κήρυττε. Κατόπιν ἀποσύρθηκε στό ὄρος Διαβηνό, κοντά σ’ ἕναν γέροντα ἀσκητή, ὅπου διδάχτηκε πολλά ἀπό τήν πεῖρα καί τήν σοφία του. Ὅταν πέθανε ὁ γέροντας, ὁ Θεοφάνης ἔμεινε μόνος στό ὄρος μέ προσευχή καί ἀκατάπαυστη μελέτη καί προσπάθεια γιά ἀνώτερη ἠθική καί πνευματική τελειοποίηση.
Ἔπειτα, κατέβηκε πάλι στόν κόσμο, ὅπου ἐπανέλαβε τά κηρύγματά του, σοφότερα τώρα, πνευματικότερα καί ἐποικοδομητικότερα. Στό διάστημα αὐτό συνελήφθη, ἀπειλήθηκε καί βασανίστηκε.
Ἔμεινε ὅμως ἀμετακίνητος στήν ὁμολογία του. Πέθανε 75 ἐτῶν στό ἀσκητήριό του.
Κοινοποίηση
Δείτε Επίσης

Ὁ Ὅσιος Θεοδόσιος καταγόταν ἀπό τήν κωμόπολη τῆς Μωγαρισσοῦ, ἡ ὁποία ἀνῆκε στήν ἐπαρχία τῆς Καππαδοκίας. Ἔζησε κατά τούς χρόνους τοῦ Λέοντος τοῦ Θρακός καί ἔφτασε ἕως καί τούς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορα Ἀναστασίου (491 – 518 μ.Χ.). Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Προαιρέσιος καί ἡ μητέρα του Εὐλογία. Ἦταν καί οἱ δυό εὐσεβεῖς καί πιστοί ἄνθρωποι. Ὁ Θεοδόσιος ὅμως, ἀπό θεῖο ζῆλο, δέν ἀκολούθησε τήν ἔγγαμο ζωή, ἀλλά τό μοναχικό βίο. Γι’ αὐτό ἔφυγε ἀπό τήν πατρίδα του καί πῆγε στά Ἱεροσόλυμα νά προσκυνήσει τούς Ἁγίους Τόπους. Στή συνέχεια μετέβη στήν Ἀντιόχεια, ὅπου ἐπισκέφθηκε τόν Ἅγιο Συμεών τόν Στυλίτη, ὁ ὁποῖος τόν ἐμύησε στά τῆς μοναχικῆς πολιτείας καί τῆς ἀρετῆς καί τοῦ προεῖπε ὅτι θά γίνει ποιμένας πολλῶν λογικῶν προβάτων. Ἀσκήτεψε κοντά στό θαυμαστό καί ἐνάρετο ἀσκητή, πού ὀνομαζόταν Λογγίνος, μέ τόν ὁποῖο μαζί μελετοῦσε, συζητοῦσε καί προσευχόταν καί τοῦ ὁποίου σπούδαζε τήν πνευματική διαύγεια καί τή μεγάλη ταπεινοφροσύνη.